«Εἶναι κάποια ταινία κάποιου Ἰταλοῦ σκηνοθέτη, πού βασίζεται σέ κάποιο βιβλίο τοῦ Καζατζάκη, εἶναι, ὅπως λέγεται, ἀπιθάνου βλασφημίας, γιατί προχωρεῖ ἡ ταινία πολύ πέρα ἀπό τίς φοβερές βλασφημίες πού ἀναφέρει ὁ Καζατζάκης στό βιβλίο του αὐτό γιά τό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού γράφουν ἤ σκηνοθετοῦν ἤ προβάλλουν στόν κινηματογράφο γιά τόν Καζατζάκη ἤ προτρέπουν οἱ ἐκπαιδευτικοί στά σχολεῖα νά διαβάζουν οἱ μαθητές Καζατζάκη, πρέπει νά εἶναι ἄνθρωποι ἐλαυνόμενοι ὑπό λεγεώνων δαιμόνων, σίγουρα. Γι’ αὐτό, ἀγαπητοί μου, προτροπή μου εἶναι, κανείς, μά κανείς, ἔστω περίεργα, νά μήν πάει νά δεῖ μία τέτοια βλάσφημη ταινία. Εἶπα οὔτε ἀπό περιέργεια, γιατί αὐτός πού θά τολμήσει νά πάει νά δεῖ ἀπό περιέργεια -τό ξαναλέω, ὄχι ἀπό ἀσεβῆ διάθεση- ξέρετε τί θά πάθει; Ἀκοῦστε τί θά πάθει. Θά δεχτεῖ τόν κόλαφο τοῦ δαίμονα τῆς βλασφημίας ἰσοβίως!Δέν θά τοῦ φεύγουν ἐκεῖνα πού θά δεῖ καί θά ἀκούσει ποτέ μέσα ἀπό τήν ψυχή του! Θά κάνει προσευχή καί θά τοῦ ἔρχονται οἱ εἰκόνες αὐτές. Θά πηγαίνει στήν ἐκκλησία καί θά τοῦ ἔρχονται αὐτές οἱ βλασφημίες, θά τόν δέρνει, ὑπογραμμίζω, ἰσόβια ὁ δαίμων τῆς βλασφημίας! Εἶναι φοβερός ὁ δαίμων τῆς βλασφημίας. Μήν δώσομε εὐκαιρίες στό δαίμονα τῆς βλασφημίας νά δοῦμε τέτοια πράγματα, γιατί δέν θά ἡσυχάσομε ποτέ!»
(Πράξεις, ὁμιλία 88η)