Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΙΣΤΗ ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' (στ' 16-18, ζ' 1)
τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε
ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ
ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός. 17 διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, 18 καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ.
1 Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας,
ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος,
ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
Ποίος δε συμβιβασμός και ποία συνύπαρξις ημπορεί να νοηθή μεταξύ του
ναού του Θεού και του ναού των ειδώλων; Διότι σεις-μη το
λησμονείτε-είσθε ναός του Θεού του ζώντος, όπως άλλωστε έχει προφητεύσει
ο Θεός και εις την Π. Διαθήκην· ότι “θα κατοικήσω μεταξύ αυτών και
εντός αυτών και θα περιπατήσω ανάμεσά των και θα είμαι εγώ ο ιδικός των
Θεός και θα είναι αυτοί λαός μου. 17 Δι'
αυτό εξέλθετε ανάμεσα από τους απίστους και ξεχωρισθήτε από αυτούς με
τον τρόπον της ζωής σας, λέγει ο Κυριος, και μη πιάνετε τίποτε το
ακάθαρτον. Και εγώ θα σας δεχθώ με στοργήν εις την βασιλείαν μου. 18 Και θα είμαι για σας πατέρας και σεις θα είσθε υιοί μου και θυγατέρες μου, λέγει ο Κυριος ο παντοκράτωρ”.
1 Εφ' όσον, λοιπόν, αγαπητοί, έχομεν αυτάς
τας μαγάλας υποσχέσστου Θεού, ας καθαρίσωμεν τους εαυτούς μας από κάθε
μολυσμόν σαρκός και πνεύματος, αγωνιζόμενοι και συνεχώς προχωρούντες
μέχρι τέλους στον δρόμον της αγιότητος, με φόβον Θεού.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ (ιε' 21-28)
Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. 22
καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ
λέγουσα· Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυῒδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται.
23 ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ
προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτουν αὐτὸν λέγοντες· Ἀπόλυσον αὐτήν,
ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. 24 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ. 25 ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. 26 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. 27 ἡ δὲ εἶπε· Ναί, Κύριε, καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. 28
τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις!
γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
Αναχωρήσας δε από εκεί ο Ιησούς επήγε εις τα μέρη Τυρου και Σιδώνος. 22
Και ιδού μία γυναίκα Χαναναία, εβγήκε από τα όρια της περιοχής εκείνης
και με μεγάλην κραυγήν του έλεγεν· “ελέησέ με, Κυριε υιέ του Δαυΐδ· η
κόρη μου βασανίζεται φρικτά από πονηρόν δαιμόνιον”. 23
Εκείνος δε δεν της είπε ούτε μίαν λέξιν εις απάντησιν. Προσήλθαν προς
αυτόν οι μαθηταί του και τον παρακαλούσαν, λέγοντες· “άκουσε την
παράκλησίν της, λυπήσου την, κάμε της αυτό που με τόσον σπαραγμόν σου
ζητεί, και άφησέ την να φύγη, διότι μας ακολουθεί από κοντά και κράζει”.
24 Εκείνος απήντησε· “δεν έχω σταλή παρά μόνον για τα χαμένα πρόβατα του Ισραηλιτικού λαού”. 25 Αυτή δε ήλθε τότε εμπρός στον Ιησούν, εγονάτισε με ευλάβειαν και είπε· “Κυριε, βοήθησέ με”. 26 Εκείνος απήντησε και είπε· “δεν είναι καλόν να πάρη κανείς το ψωμί από τα τέκνα του και να το ρίψη εις τα σκυλάκια”. 27
Εκείνη δε είπε· “ναι, Κυριε, σωστό είναι αυτό· αλλά και τα σκυλάκια
τρώγουν από τα ψίχουλα, που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων των”. 28
Οταν δε ο Ιησούς ήκουσε αυτούς τους γεμάτους πίστιν και ταπείνωσιν
λόγους, είπε· “ω γύναι, μεγάλη είναι η πίστις σου! Ας γίνη προς χάριν
σου, όπως ακριβώς θέλεις”. Και εθεραπεύθη η κόρη της από την στιγμήν
εκείνην.
ΟΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
ΠΗΓΗ : arnion.gr