Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΟΥ ΔΕΔΕΤΑΙ. Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΖΩΝΤΑΝΟΣ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΦΗΡΗΜΕΝΗ ΕΝΝΟΙΑ. ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΩΠΟ. ΓΙ' ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΖΩΝΤΑΝΟΣ. ΕΙΝΑΙ Ο ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, Ο ΥΙΟΣ, ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ. ΚΑΙ ΣΑΝ ΠΡΟΣΩΠΟ ΔΙΚΑΙΩΝΕΙ, ΦΩΤΙΖΕΙ, ΣΤΗΡΙΖΕΙ, ΚΑΘΟΔΗΓΕΙ, ΤΡΕΦΕΙ, ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ, ΕΝΙΣΧΥΕΙ, ΕΚΔΙΚΕΙΤΑΙ. ΓΙ' ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΗ ΝΑ ΜΕΛΕΤΑΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΑΚΟΥΜΕ ΤΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. (ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ, 1927-2006) - ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
Γονείς του ήταν ο Ευστόργιος και η Ευβούλη, ένα από τα πλούσια αντρόγυνα της Νικομήδειας, καθόσον ο άντρας ήταν μέλος της Συγκλήτου. Ήταν όμως ο Ευστόργιος ειδωλολάτρης. Αντίθετα η γυναίκα του Ευβούλη άνηκε στη χριστιανική κοινότητα της Νικομήδειας. Από αυτό λοιπόν το αντρόγυνο του ειδωλολάτρη Ευστόργιου και της πιστής χριστιανής Ευβούλης γεννήθηκε ο Παντολέων. Όπως ήταν φυσικό, η μεν μητέρα του από πολύ ενωρίς έσπειρε στην εύπλαστη ψυχή και στο νου του παιδιού της τα σπέρματα της χριστιανικής πίστης και ζωής, ο δε πατέρας προσπάθησε να του εμφυσήσει τη λατρεία των ειδώλων. Η μητέρα του τον άφησε ορφανό, αφού έφυγε ενωρίς από την παρούσα ζωή.
Η Αγία Παρασκευή γεννήθηκε στη Ρώμη στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίνου (138 - 160 μ.Χ.). Ήταν κόρη των ευσεβών Χριστιανών, Αγάθωνα και Πολιτείας, οι οποίοι φρόντισαν για την χριστιανική αγωγή της, όπως είχαν υποσχεθεί στο Θεό στην περίπτωση που θα τους έδινε ένα παιδί. Επειδή το παιδί γεννήθηκε ημέρα Παρασκευή έλαβε αυτό το όνομα. Μετά το θάνατο των γονέων της, η Παρασκευή μοίρασε όλη την περιουσία της στους φτωχούς και ανέπτυξε ιεραποστολική δραστηριότητα στην Ρώμη και στα περίχωρα της πόλης, κηρύσσοντας το λόγο του Χριστού. Η δράση της προκάλεσε τον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Αντωνίνο, ο οποίος την
Ετσι δε, αφού εγίνατε ελεύθεροι από την αμαρτίαν, υπεδουλώθητε εις την αγιότητα και την αρετήν. 19
Χρησιμοποιώ ανθρωπίνας εικόνας και εκφράσεις εξ αιτίας της αδυναμίας,
που παρουσιάζει η ανθρωπίνη, η σαρκική ακόμη κατάστασίς σας. Δηλαδή όπως
είχατε προσφέρει τα μέλη σας δούλα εις την ακαθαρσίαν της αμαρτίας και
της ανομίας, δια να διαπράττετε την αμαρτίαν, έτσι και τώρα πρέπει να
προσφέρετε τα μέλη σας δούλα εις την αρετήν, δια να πρωχωρήσετε και
επιτύχετε την αγιότητα. 20 Αλλοτε, όταν ήσθε δούλοι εις την αμαρτίαν, ήσθε μεν ελεύθεροι ως προς την δικαίωσιν και την αρετήν, που θέλει ο Θεός, 21
αλλά ποίον καρπόν, ποίον κέρδος και ωφέλειαν είχατε τότε από τα έργα
της αμαρτίας, δια τα οποία τώρα εντρέπεσθε κάθε φοράν που τα ενθυμείσθε.
Διότι η κατάληξις εκείνων είναι ο αιώνιος πνευματικός θάνατος. 22
Τωρα δε που απεκτήσατε την ελευθερίαν και απηλλάγητε από την δουλείαν
της αμαρτίας, υπεδουλώθητε δε θεληματικά στον Θεόν, έχετε ως καρπόν την
προκοπήν εις την αγιότητα τελικόν δε και αναφαίρετον κέρδος την αιωνίαν
ζωήν. 23 Διότι αι μεν συνέπειαι και ο μισθός
της αμαρτίας είναι ο πνευματικός θάνατος, το δε δώρον του Θεού προς
εκείνους, που τον υπακούουν, είναι η αιώνιος ζωή δια του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού.
Ενώ δε εισήλθεν ο Ιησούς εις την Καπερναούμ, τον επλησίασε με σεβασμόν ένας εκατόνταρχος παρακαλών αυτόν και λέγων· 6 “Κυριε, ο δούλος μου είναι κατάκοιτος στο σπίτι μου παράλυτος και βασανίζεται από τρομερούς πόνους”. 7 Και λέγει προς αυτόν ο Ιησούς· “εγώ θα έλθω και θα τον θεραπεύσω”. 8
Ο εκατόνταρχος όμως απεκρίθη και είπε· Κυριε, δεν είμαι εγώ άξιος να
εισέλθης συ, ο Παντοδύναμος, κάτω από την στέγην μου. Αλλά πες ένα μόνον
λόγον και αμέσως θα θεραπευθή ο δούλος μου. 9
Ημπορείς δε να διατάξης και η διαταγή σου θα γίνη έργον. Διότι και εγώ
είμαι άνθρωπος, και ευρίσκομαι υπό την εξουσίαν των ανωτέρων μου, έχω δε
υπό τας διαταγάς μου στρατιώτας και λέγω στούτον, πήγαινε και πηγαίνει,
και στον άλλον, έλα και έρχεται, και στον δούλον μου κάμε τούτο και το
κάμνει”. 10 Ακούσας ο Ιησούς τα γεμάτα
πίστιν αυτά λόγια εθαύμασε και είπεν εις αυτούς που τον ακολουθούσαν·
“σας διαβεβαιώνω, ότι ούτε μεταξύ των Ισραηλιτών δεν εύρηκα τόσον
μεγάλην πίστιν. 11 Αληθινά δε σας λέγω ότι
από τας χώρας της Ανατολής και της Δυσεως, από όλα τα μέρη της
οικουμένης, θα έλθουν πολλοί και θα παρακαθήσουν στο πνευματικόν δείπνον
μαζή με τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ εις την βασιλείαν των
ουρανών. 12 Οι δε κληρονόμοι της βασιλείας
των ουρανών, (οι απόγονοι δηλαδή των πατριαρχών, που έχουν τας
επαγγελίας του Θεού), θα εκδιωχθούν και θα ριφθούν στο πυκνότατον σκότος
του Αδου. Εκεί θα είναι ο κλαυθμός και το τρίξιμο των οδόντων”. 13
Και είπεν ο Ιησούς στον εκατόνταρχον· “πήγαινε και όπως επίστευσες, ότι
δηλαδή ημπορώ με ένα μου λόγον να θεραπεύσω τον δούλον σου, ας γίνη
προς χάριν σου”. Και πράγματι εθεραπεύθη ο δούλος του αμέσως κατά την
ώρα εκείνην.