Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ










Συλλογή ἀναφορῶν
τοῦ Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
για τήν Ἑλλάδα


«Μόνο ἡ μετάνοια καταργεῖ ἤ μεταθέτει τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ἄν προσέχαμε ὅλα αὐτά τά σημάδια πού μᾶς δίνονται, θά ἤμαστε καί προσεκτικότεροι στή ζωή μας. Ἐγώ δέν σᾶς κρύβω ὅτι φοβᾶμαι, τρέμω, ὅτι ὁ λαός μας θά πληρώσει, γιατί ἀποδώσαμε, μέ τήν ἀρχαία ἔννοια τῆς λέξεως, τήν ὕβριν στόν Ἰησοῦ Χριστό. Ναί, θά πληρώσουμε καί πολύ ἀκριβά. Δέν ξέρομε πότε. Σᾶς εἶπα, ἡ κιβωτός 120 χρόνια κατασκευαζόταν, γιατί περίμενε ὁ Θεός τήν ἐπιστροφή τῶν ἀνθρώπων. Δέν ξέρω, ὁ Θεός πάντως νά μᾶς ἐλεήσει, ὅσο ἐγκαίρως, νά μετανοήσουμε καί νά ἐπιστρέψομε στήν καθαρά πίστη, στόν Ἰησοῦ Χριστό».
(Πράξεις, ὁμιλία 170ή)




«Εἶχε πεῖ ὁ Πλήθων μία κουβέντα -πού δίδασκε εἰδωλολατρία-, ὅταν πρό ἐτῶν τή διάβασα ἔμεινα ἔκπληκτος: «Καί ὅμως [εἶπε], κάποια ἡμέρα ἡ Ἑλλάς θά ξαναγίνει εἰδωλολατρική»! Αὐτό, ὅταν τό διάβασα ἀνατριχίασα, γιατί τό πίστεψα καί ἐκεῖ στούς πρόποδες τοῦ Ταΰγετου, ἐκεῖ πού ἦταν ὁ Πλήθων καί δίδασκε, πῆγε ὁ δικός μας ὁ Θεοδωρακόπουλος, νά ἱδρύσει Σχολή, συνεχιστής ἐκείνης τῆς Σχολῆς τοῦ Πλήθωνος, πού δίδασκε εἰδωλολατρία. Εἶναι ἀξιοθρήνητο πρᾶγμα!».
(Βασιλειῶν Γ΄,ὁμιλία 19η)

«Προσέξτε τώρα ἐδῶ κάτι, πολύ νά προσέξομε αὐτό, γιατί δυστυχῶς δέν τό ἔχομε προσέξει δεόντως καί μένομε ἐγκληματικῶς ἀπαθεῖς. Ὁ μουσουλμανισμός ἐπιχειρεῖ τόν κύκλο τῆς γῆς. Αὐτό τό ὁποῖο λέμε ἕνα τόξο, ἐδῶ στά Βαλκάνια, μουσουλμανικό, καί τό βλέπομε, βεβαίως ἀπό πολιτικῆς πλευρᾶς, εἶναι κάτι πολύ περισσότερο ἀπό ἕνα τόξο. Ἐπιχειρεῖ, θά ἐπαναλάβω καί νά τό θυμᾶστε, ἐπιχειρεῖ τόν κύκλο τῆς γῆς! Ὅπως καί ἐγώ θυμᾶμαι τόν μακαριστό πατέρα Ἄγγελο Νησιώτη, πού εἶχε πεῖ -πρό τοῦ ’40- καί ἔλεγε: «Φοβηθεῖτε τόν μουσουλμανισμό, εἶναι ὁ φοβερότερος ἐχθρός, φοβηθεῖτε!». Τό κράτησα στή μνήμη μου καί τό ἀνεκάλεσα πολλές φορές, ἰδίως τά τελευταῖα χρόνια, πού βλέπω αὐτή τήν κίνηση τοῦ μουσουλμανισμοῦ. Τί; Ξέρετε πόσα ἑκατομμύρια μουσουλμάνοι ὑπάρχουν στήν Ἀσία, Πολυνησία, Ἀφρική; Πολλά ἑκατομμύρια μουσουλμάνοι ὑπάρχουν. Τό εἶπαν: «Θά ἐπιχειρήσομε ἐπίθεση κατά τῆς Εὐρώπης»! Τό εἶπαν, νά μήν πῶ τώρα πολιτικά πρόσωπα, δέν μοῦ ἀρέσει νά ἀνακατεύω πολιτικά πρόσωπα, ὅτι: «Ἡ Εὐρώπη θά γίνει μουσουλμανική, θά πάψει νά εἶναι χριστιανική»! Ξέρετε πόσα τεμένη ὑπάρχουν στό Παρίσι; Ἐμεῖς ἐν ὀνόματι τῆς ἀνεξιθρησκείας κτλ. τούς πάντες ὑποδεχόμεθα. Ἑτοιμάζουν νά κάνουν καί στήν Ἀθήνα τέμενος μουσουλμανικό, ἐνῶ ἀναφέρθηκε ἐκεῖ, στά Ἐμιρᾶτα τῆς Ἀραβίας, ἀπέναντι ἀπό τό Ἰράκ, ζητήθηκε νά γίνει Λειτουργία φέτος [1992] τό Πάσχα, ὄχι μόνο νά γίνει ναός ἀπό τούς ἐκεῖ Ἕλληνες, -ἐνῶ ἐκεῖνοι ζητοῦν στήν Ἀθήνα νά γίνει ναός-, ἀλλά οὔτε καν σέ ἕνα δωμάτιο τῆς Πρεσβείας, νά γίνει Θεία Λειτουργία Πασχαλινή! Ναί, γιατί ἔχει τό στοιχεῖο τοῦ φανατισμοῦ. Ἀνεξιθρησκεία γιά τούς μουσουλμάνους δέν ὑπάρχει, εἶναι παραμύθια αὐτά. Γι’ αὐτό λοιπόν ἐπιχειρῶντας νά καταλάβει τήν Εὐρώπη θρησκευτικῶς, θά τήν καταλάβει καί πολιτικῶς».
(Σειράχ, ὁμιλία 141η)

«Στόν «Ἱππόλυτο» τοῦ Εὐριπίδη εἶχα τήν εὐκαιρία, τόν καιρό πού ὑπηρετοῦσα στρατιώτης, νά τό δῶ τό ἔργο αὐτό στό Ἠρώδειο. Θαυμάσιο ἔργο, ἄν κανείς τό ἔχει δεῖ θά μέ δικαιώσει. Ἐκεῖ, κάτι καταπληκτικό πραγματικά, ἐκεῖ βλέπομε τή συνάντηση τῆς παρθένου Ἀρτέμιδος καί τῆς Ἀφροδίτης στό παρθενικό πρόσωπο τοῦ Ἱππόλυτου. Τό ἔργο αὐτό τοῦ Εὐριπίδη εἶναι ἕνας ὕμνος πρός τήν παρθενία, πού ἔρχεται ἀπό τήν ἀρχαιότητα. Καθόμαστε πλάι-πλάι μέ ἕναν θεατή, ἐκεῖ γνωριστήκαμε. Ἐκεῖνος κατόπιν ἔγινε ἡγούμενος στή μονή Κύκκου τῆς Κύπρου. Δυστυχῶς, εἶναι τώρα μακαρίτης. Καί κουβεντιάζαμε καί λέγαμε: «Γιά κοίταξε ἕνα μήνυμα παρθενίας ἀπό τόν ἀρχαῖο κόσμο!».
(Σειράχ, ὁμιλία 220ή)

«Ἄν μέ ρωτήσετε ποιά εἶναι ἡ ὑψηλότερη φιλοπατρία πού θά μποροῦσε ἕνας πολίτης νά διαθέτει ὑπέρ τῆς πατρίδας του, θά σᾶς ἔλεγα εἶναι αὐτή: «Τό νά μήν ἁμαρτάνει ὁ ἴδιος καί νά βοηθᾶ μέ κάθε τρόπο τήν πατρίδα του νά ἀνεβαίνει πνευματικά.». Δέν ὑπερηφανεύομαι, ἀλλά δοξάζω τό Θεό, ὁ Θεός μέ βοήθησε, αὐτή τή θέση πού σᾶς λέω αὐτή τή στιγμή τήν εἶχα ὅταν ἤμουν στρατιώτης, τήν ἴδια θέση. Οὔτε ἀφαίρεσα, οὔτε πρόσθεσα σέ αὐτά πού σᾶς λέω. Καί τότε τό ἔλεγα σέ συναδέλφους ὅτι ὁ καλύτερος, ὁ ὑψηλότερος, ἔχων τήν φιλοπατρία μέσα του εἶναι ὁ Χριστιανός. Αὐτός πού ζεῖ ἀληθινή χριστιανική ζωή».
(Κατηχήσεις Ἁγ. Κυρίλλου, ὁμιλία 17η)

«Ἐγώ ἔχω πεῖ τό ἑξῆς: Νά μή ζῶ, ἄν ὁ Θεός ἐπιτρέψει καί ἔρθει στήν Ἑλλάδα ἡ δυτική πνευματικότητα, νά μή ζῶ, νά μή τό δῶ! Ἐάν ζῶ καί ἔλθει, σᾶς βεβαιώνω, δέν ξέρω πῶς θά αἰσθανθῶ, εἶναι φοβερή ἡ δυτική πνευματικότητα σέ σχέση μέ τήν ἀνατολική πνευματικότητα. Ἀπορρέει ἀπό τίς δογματικές τοποθετήσεις».
(Κατηχήσεις Ἁγ. Κυρίλλου, ὁμιλία 43η)

«Ἄν μέ ρωτήσετε, χωρίς βέβαια νά διεκδικῶ προφητικό χάρισμα, ἀλλά εἶναι κάτι πού κάθε πιστός μπορεῖ νά τό δεῖ, ἄν θά ἔπρεπε νά μέ ρωτήσετε: «Πῶς τά βλέπετε τά πράγματα στή σύγχρονη ζωή μας ἐδῶ στήν Ἑλλάδα [ἡ ὁμιλία ἔγινε στίς 17-1-1982] καί σέ μία παγκόσμια κλίμακα;», θά σᾶς ἔλεγα: «Πολύ ἄσχημα!». Ἐγώ ξημερώνομαι καί βραδιάζομαι πάντοτε σάν κάτι νά περιμένω. Εἶναι τά τελευταῖα χρόνια αὐτό, σάν κάτι περιμένω. Τί περιμένω; Τί νά σᾶς πῶ πιό πολύ, κάτι περιμένω. Γιατί δέν πᾶμε καλά ὡς λαός. Ἔχομε τόσο ξεφρενιάσει, ἔχομε βγάλει στή δημοσιότητα πιά τό βρώμικο ὑποσυνείδητό μας καί κινούμεθα μέ τέτοιο βαθμό καλπάζοντα ἀποστασίας, ὥστε δέ μένει παρά νά ἐξαντληθεῖ ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ καί νά ἔρθει τιμωρία. Ἔτσι τό αἰσθάνομαι».
(Ἀποκάλυψις, ὁμιλία 38η)

«Σήμερα πόσοι ἄνθρωποι πέρασαν καί τί μοῦ εἶπαν, ἀγαπητοί μου, ἔχω τρομάξει μέ αὐτά πού ἄκουσα, ἔχω τρομάξει! Μέ καταλαβαίνετε, ἔχω τρομάξει. Καί λέγω: Θεέ μου, ποῦ πᾶμε; Ποῦ βρισκόμαστε; Ἐν πάσῃ ἀνέσει πλέον οἱ Νεοέλληνες κινοῦνται πρός καταπάτηση κάθε ντροπῆς καί κάθε ὁρίου ἤθους. Δέν ὑπάρχει πλέον ντροπή, δέν ὑπάρχει, εἶναι φοβερό, κι ὅμως ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ εἶναι σαφής: «Οὐ μετακινήσεις ὅρια, ἅ [τά ὁποῖα] ἔστησαν οἱ πατέρες σου». Ὅμως, ἐπειδή ἀκριβῶς ἔχουμε μετακινήσει αὐτά τά ὅρια, γι’ αὐτό τό λόγο ἔχομε καί θά ἔχομε φοβερές ἐπιπτώσεις. Οἱ Ἑβραῖοι ξέρετε τί πάθαιναν, ὅταν παρέβαιναν αὐτά τά ὅρια; Τούς μίκρυνε ὁ Θεός, ἄφηνε τούς ἐχθρούς των, δέν προστάτευε τό λαό, περνοῦσαν στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας τους, τή γῆ Χαναᾶν, κυρίευαν ἐδάφη τους κι ἔτσι ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ ἀπό ἐδαφικῆς πλευρᾶς μίκρυνε. Εἶναι τόσο ἐξοργιστικά καί περίεργα αὐτά πού τελεσιουργοῦνται τά τελευταῖα χρόνια, ὥστε θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός, χωρίς νά εἴμεθα προφῆτες, νά μικρύνουμε, ἐδαφικά νά μικρύνουμε. Θά μοῦ πεῖτε, θά τό εὐχόμουνα; Ἄπαγε! Ὅταν μάλιστα σκέφτομαι, ἀγαπητοί μου, τά νησιά μας, τά ἀκραῖα νησιά μας, τά πρός ἀνατολάς, μέ πιάνει ἴλιγγος!».
(Δευτερονόμιο, ὁμιλία 32η)

«Ὅπως παρατηροῦμε, ὁδεύουμε πρός τά ἔσχατα, δέν θά καλυτερεύει ἡ ἀνθρωπότητα. Κάποτε τό πίστευα, ξέρετε, αὐτό, τουλάχιστον γιά τήν πατρίδα μας, ὅτι θά πηγαίναμε στό καλύτερο. Μάλιστα, μετά τήν κατοχή, τό ’45, θυμᾶμαι τί κίνηση εἶχε γίνει μέ τά Κατηχητικά Σχολεῖα, μέ κάτι ἐξάρσεις, ἐκδηλώσεις, γιά μία Ἑλλάδα νέα, γιά μία καινούργια Ἑλλάδα κτλ., κτλ. Ποῦ εἶναι αὐτά, ποῦ εἶναι; Φιλότιμος ἡ περίπτωση καί φιλότιμος ὁ πόθος, δέν ὑπάρχει οὔτε μία ἀντίρρηση γι’ αὐτό. Ἀλλά ἡ πορεία τῆς ἀνθρωπότητας δέν πηγαίνει πρός τό καλύτερο καί μάλιστα ἡ χριστιανική ἀνθρωπότητα πηγαίνει πρός τό χειρότερο!».
(Ἠσαΐας, ὁμιλία 53η)




Ἐπιμέλεια
Παντελῆς Γκίνης

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ



Συλλογή ἀναφορῶν 
τοῦ Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα




«Μήν ξεχνᾶτε ὅτι ἐκεῖνο πού στηρίζει τήν ἑνότητα ἑνός λαοῦ εἶναι ἡ γλῶσσα. Δέν διστάζω νά σᾶς πῶ ὅτι δέν εἶναι ἡ θρησκεία, εἶναι ἡ γλῶσσα».
(Πράξεις, ὁμιλία 244η)


«Ὅσο πλουσιοτέρα εἶναι ἡ γλῶσσα, τόσο περισσότερο ἔχομε πολιτισμό ψυχῆς!».
(Πρός Ρωμαίους, ὁμιλία 15η)

«Πόσες φορές ἔχω πεῖ καί ὅσο ἔχω τό μυαλό μου, μέχρι πού νά πεθάνω θά τό λέγω αὐτό: Τό μεγαλύτερο ἔγκλημα στή φυλή μας, ἡ βεβήλωση τῆς γλώσσας μας. Δέν μέ ἐνδιαφέρει αὐτή τή στιγμή τίποτε ἄλλο. Ἡ γλῶσσα, γιατί ὅλα ἄν χαθοῦν, ἡ γλῶσσα ἅμα μείνει, διατηρεῖ τήν αἴσθηση τοῦ ἔθνους. Ὅταν ἡ γλῶσσα χαθεῖ, τότε δέν ἔχομε τήν αἴσθηση τοῦ ἔθνους, τότε τό ἔθνος χάνεται. Ἐπιμένω καί θά ἐπιμένω μέχρι νά μέ βαρεθεῖτε».
(Πράξεις, ὁμιλία 87η)

«Ἀγαπητοί μου, μάθετε τά παιδιά σας ἑλληνικά, νά καταλαβαίνουν, κάθε φορά σᾶς τό λέω, εἶναι τό πάθος μου».
(Κατηχήσεις Ἁγ. Κυρίλλου, ὁμιλία 88η)

«Μήν ξεχνᾶτε ὅτι ἐκεῖνο πού στηρίζει τήν ἑνότητα ἑνός λαοῦ εἶναι ἡ γλῶσσα. Δέν διστάζω νά σᾶς πῶ ὅτι δέν εἶναι ἡ θρησκεία, εἶναι ἡ γλῶσσα. Λέμε: «Εἴμαστε Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι», ὅλα καλά καί ὡραῖα. Τό πρῶτο ὅμως εἶναι ἡ γλῶσσα, δεύτερο ἡ κοινή ἱστορία, τρίτο εἶναι ἡ θρησκεία καί ἐμεῖς εἴμαστε συμπαγής λαός. Ἔχομε κοινή γλῶσσα, κοινή ἱστορία καί κοινή θρησκεία. Εἶναι κάτι καταπληκτικό. Ἄν καταφέρουν οἱ ἐχθροί μας νά μᾶς κάνουν νά μιλᾶμε … φράγκικα, δέν ξέρω πῶς, ἀγαπητοί μου, θά χάσομε τήν ἐθνική μας ταυτότητα! Θέλω νά συνειδητοποιήσομε τήν ἀξία τῆς γλώσσας. Εἶναι πάρα πολύ σημαντικό τό θέμα αὐτό πού σᾶς λέγω».
(Πράξεις, ὁμιλία 244η)

«Εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα μεγίστη δύναμη. Αὐτό τό «μεγίστη», νά δεῖτε τή φτώχεια τῆς ἀνθρώπινης γλώσσας. Ξέρετε ὅτι ἡ ἀνθρώπινη γλῶσσα εἶναι πολύ φτωχή. Ἀπό τίς ἀνθρώπινες γλῶσσες λένε ὅτι ἡ ἑλληνική γλῶσσα εἶναι πλούσια, γιατί ἐκφράζεται λεπτότερα καί ἀκριβέστερα. Αὐτό εἶναι ἀλήθεια. Βέβαια σπεύσαμε νά τήν καταστρέψομε τή γλῶσσα μας, δέν ξέρω, ἐγώ τό θεωρῶ μέγιστο ἔγκλημα κατά τῆς φυλῆς, ἀλλά καί κατά τῆς ἀνθρωπότητας, γιατί αὐτός ὁ παγκόσμιος θησαυρός καταστρέφεται. Ἐμεῖς θά ἔπρεπε νά εἴμαστε οἱ φορεῖς του, ἀλλά καταφέραμε νά εἶναι φορεῖς ἄλλοι λαοί, τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἀγαπητοί μου, τά ταμεῖα τοῦ κράτους μας νά ἀδειάσουν ὅλα, νά μποῦν ἐχθροί καί νά κατακτήσουν ὅλη τήν Ἑλλάδα, εἴμαστε σέ θέση πάλι νά τά ἐπανακτήσουμε, ἡ Ἱστορία τό ἀπέδειξε. Ἄν χάσουμε τή γλῶσσα μας, χαθήκαμε ὁριστικῶς καί διαπαντός. Πάρτε το εἴδηση. Λυπᾶμαι, θά τό πῶ γιά πρώτη φορά αὐτό, ὅταν μᾶς δίνετε τά χαρτάκια μέ τά ὀνόματα γιά νά τά μνημονεύσομε ἤ μᾶς δίνετε τίς ἀπορίες καί δῶ ὅτι δέν ὑπάρχει τονισμός, μέ πιάνει βαθιά λύπη. Τό καταλαβαίνετε ὅτι ἅμα βάζομε τούς τόνους δημιουργοῦμε μία ἀντίσταση; Νά μήν καταστραφεῖ αὐτός ὁ θησαυρός καί ἀπωλεσθεῖ ὁριστικῶς! Ἐγώ εἶμαι καλόγερος, γι’ αὐτό μιλάω ἔτσι … Ἄμ … γι’ αὐτό θέλουν νά καταστρέψουν τά μοναστήρια καί νά τά συρρικνώσουν, γιά νά μή μιλᾶνε, γιατί τά θέματα αὐτά δέν εἶναι θέματα τῆς πολιτικῆς, εἶναι θέματα ἐθνικά και σέ ἕναν θησαυρό ἐθνικό δέν ἔχει κανείς τό δικαίωμα νά βάλει βέβηλο χέρι. Αὐτός ὁ Στάλιν, ὅταν τοῦ εἰπώθηκε -αὐτό δημοσιεύτηκε πού σᾶς λέω- τοῦ εἰπώθηκε νά δημιουργήσουν μία ἐναλλαγή στή γλῶσσα, εἶπε: «Κάτω τά χέρια ἀπό τήν ἁγία μας γλῶσσα»! Μιά γλῶσσα, πού ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες τή δώσαμε … Εἶναι ἑλληνική γραφή. Ἐμεῖς τόν ἔχομε αὐτογενῆ τό θησαυρό, δέν μᾶς τόν ἔδωσε κανένας καί πᾶμε νά τόν ἐξαφανίσομε!».
(Κατηχήσεις Ἁγ. Κυρίλλου, ὁμιλία 123η)

«Ἕνας λαός ἐξαφανίζεται ὅταν χάσει τήν ταυτότητά του, δηλαδή ἱστορία, γλῶσσα καί γιά μᾶς τούς Ἕλληνες τήν Ὀρθοδοξία».
(Σειράχ, ὁμιλία 134η)

«Βλέπετε, λέω κείμενα, γιατί δέν θέλω νά σᾶς ἀποξενώσω ἀπό τά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί ἀκόμα ἀπό τή γλῶσσα μας. Πρέπει νά ἔχετε μιά αἴσθηση τῆς γλώσσας μας σέ ὅλες τίς φάσεις τῆς ἱστορικῆς της πορείας. Δέν εἴμαστε μόνο ἐμεῖς Ἕλληνες καί πρίν ἀπό 2.000 ἤ 3.000 χρόνια δέν ἦσαν Ἕλληνες. Ἕλληνες πάντοτε εἴμαστε καί ἡ γλῶσσα μας πάντοτε εἶναι ἴδια. Γι’ αὐτό διαβάζω περικοπές. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος. Μποροῦσα νά διαβάζω τίς περικοπές μεταφρασμένες καί νά μήν μπαίνω στόν κόπο νά κάθομαι νά σᾶς τά μεταφράζω τώρα ἐπί τόπου καί νά δημιουργῶ ἴσως καί κάποια χασμωδία τήν ὥρα τοῦ μαθήματος. Ὄχι, θέλω νά ἔχετε αἴσθηση καί τῶν κειμένων τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας».
(Χριστιανική Ἀνθρωπολογία, ὁμιλία 59η)

«Ἐξάλλου, ὅλα τά βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης ἐγράφησαν ἑλληνικά. Ξέρετε τί σημαίνει αὐτό πού λέω, ἔ; Ξέρετε τί σημαίνει. Σημαίνει, ἀγαπητοί μου, τή μεγάλη μας εὐθύνη, ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή ἐγράφη ἑλληνικά καί τή διαβάζουν ἀκόμα καί οἱ Ἑβραῖοι. Ἄν θέλουν νά διαβάσουν Ἁγία Γραφή, πρέπει νά μάθουν ἑλληνικά ἤ νά μεταφραστεῖ στή γλῶσσα τους, καί οἱ Ἑβραῖοι ἀκόμα! Κι ἐμεῖς τήν ἔχουμε ἑλληνικά καί δέν τή διαβάζουμε ... ».
(Ἐπιστολή Ἰακώβου, ὁμιλία 1η)


Ἐπιμέλεια

Παντελῆς Γκίνης

Λάρισα 2012






















Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ



ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
(1927-2006)


ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ὁ Γέροντας Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος γεννήθηκε τό 1927 στήν Κηφισιά. Ὁ πατέρας του Γεώργιος καταγόταν ἀπό τή Μυτιλήνη καί ἡ μητέρα του Εὐφροσύνη ἀπό τή Σάμο. Ἡ ἀδελφή του ὀνομαζόταν Γραμματική. Ἡ μητέρα του ἔζησε τή μικρασιατική καταστροφή, καθώς τήν ἐποχή ἐκείνη βρισκόταν στή Σμύρνη γιά ἐργασία, καί ἦρθε στήν Ἑλλάδα ὡς πρόσφυγας. Ὁ Ἀθανάσιος, ὡς μικρό παιδί ἄκουγε ἄπληστα τίς μικρασιάτικες ἱστορίες πού συχνά ἐκείνη διηγότταν.
Ὁ πόλεμος τοῦ 1940 τόν βρῆκε στό Ὀκτατάξιο Γυμνάσιο Ἀμαρουσίου, ἕνα σχολεῖο πού τοῦ προσέφερε πολλές γνώσεις γιά τήν ἐποχή του. Ἐπηρεάστηκε θετικά ἀπό τό φιλόλογο καθηγητή Εὐστράτιο Καλατζῆ, τόν ὁποίο εὐκαίρως-ἀκαίρως τόν μνημονεύει στίς ὁμιλίες του. Μάθαινε ἀγγλικά μέσα στήν κατοχή ἀπό ἕναν Ρῶσο κόμη, ὀνόματι Πιγκότ, καθώς ἐπίσης καί βιολί ἀπό μία δασκάλα μέ εὐρύτατη παιδεία. Παράλληλα, ὁ πατέρας του τόν ἔβαλε νά ἐργάζεται σέ ἕνα φαρμακεῖο. Ἐπίσης γνώριζε καί ζωγραφική.
Οἱ γονεῖς του, ἄν καί ὀλιγογράμματοι, διέθεταν πλούσια πνευματικότητα, τήν ὁποία καί μετέδωσαν τόσο στόν Ἀθανάσιο ὅσο καί στην ἀδελφή του Γραμματική. Ὁ Ἀθανάσιος μελετοῦσε τό λόγο τοῦ Θεοῦ «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων», ὀργάνωνε συμμελέτες Ἁγίας Γραφῆς, κήρυττε τό λόγο τοῦ Θεοῦ στίς φυλακές ἐφήβων Ἀβέρωφ καί στό Τζάννειο Ὀρφανοτροφεῖο. Ἄκουγε κηρύγματα ἀπό φημισμένους κατηχητές, ὅπως τούς Ι. Κολιτσάρα, Π. Τρεμπέλα, Καρμίρη, κ.ἄ. Ἐπίσης, ἔδειχνε ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά τή λεγόμενη κοσμική γνώση, ἀγαποῦσε τή φιλοσοφία, τόν ἀρχαῖο ἑλληνικό πολιτισμό, τήν κλασική μουσική, τή φύση, τίς θετικές ἐπιστῆμες. Ὑστερα ἀπό μία ἀποτυχημένη προσπάθεια νά εἰσαχθεῖ στη Σχολή τῆς Ἀνωτάτης Ἐμπορικῆς, ἀποφάσισε νά σπουδάσει Ραδιοηλεκτρολογία.
Τό 1950 ὑπηρέτησε ὡς σμηνίτης στήν Ἀεροπορία, ἐνῶ ταυτόχρονα σπούδαζε. Τό 1960, ὅταν ἐξελέγη Μητροπολίτης Λαρίσης ὁ ἐφημέριος τῆς ἐνορίας του π. Ἰάκωβος Σχίζας, ὁ Ἀθανάσιος, ὕστερα ἀπό ἔντονη περισυλλογή καί προσευχή καί μέ τήν εὐλογία τοῦ πατέρα του, ἀκολούθησε τήν ἱερατική κλίση καί ἐκάρη μοναχός ἀπό τόν ἴδιο τό Μητροπολίτη καί ἀκολούθως χειροτονήθηκε ἱερέας.
Τό 1960 ἔρχεται στή Λάρισα μαζί μέ τό Μητροπολίτη Ἰάκωβο καί ἐργάζεται γιά μία δεκαετία ὡς βοηθός ἱεροκήρυκας γυρίζοντας ἀπό χωριό σέ χωριό. Τό 1970 ἀποσύρεται στήν Ἱερά Μονή Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Κομνηνείου) Στομίου Λαρίσης, τήν ὁποία ὀργανώνει καί ἐπανδρώνει μέ νέα ἀδελφότητα. Ἀκούραστος συνεχίζει τό κηρυκτικό καί ἐξομολογητικό του ἔργο, τόσο στήν Ἱερά Μονή ὅσο καί στήν πόλη τῆς Λάρισας.
Στίς 23 Μαΐου 2006, ὕστερα ἀπό μακρά δοκιμασία τῆς ὑγείας του, ὁ Γέροντας Ἀθανάσιος ἐκοιμήθη σέ ἡλικία 79 ἐτῶν.
Ἀγάπησε καί ὑπηρέτησε ἐφ᾽ ὅρου ζωῆς μέ πάθος καί ἄφθονο ζῆλο τό λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀφήνοντας ὡς ἱερή παρακαταθήκη μία μοναδική συλλογή γιά τήν ἐποχή μας ἀναρίθμητων κηρυκτικῶν ὁμιλιῶν!

Ἐπιμέλεια
Παντελῆς Γκίνης

AΠΟΣΤΑΓΜΑΤΑ ΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΕΙΟΥ ΦΩΤΙΣΜΟΥ



ΓΕΡΟΝΤOΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
(1927-2006)


ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΤΑ ΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΘΕΙΟΥ ΦΩΤΙΣΜΟΥ


«Γιά νά γίνει κανείς σοφός, πρέπει νά μελετᾶ, νά εἶναι παρατηρητικός, δέν θέλει τεμπελιά, θέλει ἐργατικότητα, ἐρευνητικότητα, πολλή ταπείνωση, νά μήν λέει πώς τά ξέρει. Ἡ ἀληθινή σοφία ἔχει βασική προϋπόθεση τήν ταπεινοφροσύνη. Δέν μετέρχεται πάθη, ἀκριβῶς γιά νά ἔχει μία διαύγεια τοῦ νοῦ, νά ἀποφύγει ὅλες ἐκεῖνες τίς ἀναθυμιάσεις ἑνός κακοῦ ἑαυτοῦ καί τῶν παθῶν, γιά νά γίνει ἕνας σοφός ἄνθρωπος».
(Σειράχ, ὁμιλία 6η)


Μία ἐκπληκτική θεολογική προσέγγιση
τοῦ Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
γιά τό φῶς καί τήν πυρηνική ἐνέργεια





Πρόλογος


Ὁ Γέροντας Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος μᾶς ἄφησε μιά μεγάλη πνευματική κληρονομιά. Μᾶς παρέδωσε ἕναν τεράστιο ἀριθμό κατηχητικῶν ὁμιλιῶν, κατανεμημένων σέ διαφορετικές θεματικές σειρές.
Ἀκούσαμε καί συλλέξαμε ἀπό μεγάλο ἀριθμό ὁμιλιῶν, κατά τήν κρίση μας, ἀναφορές τοῦ πατρός Ἀθανασίου, πού μᾶς ἔκαναν ἰδιαίτερη ἐντύπωση καί ἀφοροῦσαν τό φῶς καί τήν πυρηνική ἐνέργεια .
Τίς παρουσιάζουμε σέ αὐτό τό βιβλιαράκι καί εὐελπιστοῦμε νά γίνουν ἀφετηρία προβληματισμοῦ.
Στό τέλος κάθε ἀναφορᾶς ὑπάρχει ἡ παραπομπή της, προκειμένου νά μπορεῖ ὁ κάθε ἀναγνώστης νά ἀνατρέξει στή συγκεκριμένη σειρά καί ὁμιλία γιά περαιτέρω ἐμβάθυνση.
Εἴθε ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός δι’ εὐχῶν τοῦ μακαριστοῦ Γέροντά μας π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου νά εὐλογήσει τήν πνευματική καρποφορία στίς ψυχές ὅλων μας.

Π.Γ.

«Καί εἶπεν ὁ Θεός γενηθήτω φῶς καί ἐγένετο φῶς.

Καί εἶδεν ὁ Θεός τό φῶς, ὅτι καλόν

καί διεχώρισεν ὁ Θεός ἀναμέσον τοῦ φωτός καί
ἀναμέσον τοῦ σκότους.

Καί ἐκάλεσεν ὁ Θεός τό φῶς ἡμέραν καί τό σκότος ἐκάλεσεν νύκτα.

Καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωΐ ἡμέρα μία».


(Γένεσις 1, 3-5)



«Ἀγαπητοί μου, δέν ξέρω ἄν σᾶς τό ἔχω ξαναπεῖ, μόνο αὐτόν τόν στίχο ἄν γνώριζα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, θά πίστευα στό Θεό. Καί θά ἤμουν σέ θέση νά δοξάζω μέρα-νύχτα τό Θεό, ὅτι ὁ Θεός ἔκανε τό σύμπαν ξεκινώντας ἀπό τό φῶς. Εἶναι μεγαλειῶδες!».
(Ἀποκάλυψις, ὁμιλία 82η)

«Εἶπεν ὁ Θεός “γενηθήτω φῶς” καί ἐγένετο φῶς». Ὁ Θεός ἔκανε τό φῶς, τά φυτά, τά ψάρια, ὅ,τι λέει γίνεται. Ξέρετε δέ τί σοφία εἶναι, ἄν πάρει κανείς αὐτά κατά γρᾶμμα καί τά δεῖ μέ τά σημερινά δεδομένα τῆς ἐπιστήμης; Ξέρετε τί σοφία βγαίνει; Πόσες φορές σᾶς ἔχω μιλήσει, καί σέ σᾶς καί στούς μεγάλους, στά θέματα τοῦ φωτός! Ἐμένα μέ ἔχει καταπλήξει αὐτό, ὅτι τήν πρώτη μέρα ἔχομε τή δημιουργία τοῦ φωτός! Καί ὅταν εἶδα σέ ἕνα βιβλίο ἀτομικῆς ἐνεργείας νά λέει -εἶναι θρίαμβος αὐτό, ὅταν τοῦ αἰῶνα μας ἐπιστήμονες ἀνακάλυψαν ὅτι πράγματι τό πρῶτο πρᾶγμα πού ἔγινε μέσα στή δημιουργία ἦταν τό φῶς! Πώ, πώ, … ὅταν τό εἶδα γραμμένο, … πώ, πώ …, χοροπηδοῦσα, πανηγύριζα, καί πανηγυρίζω ἀκόμα! Δέν μπορῶ νά πάρω ἀλληγορίες στήν Ἁγία Γραφή, ὅταν ἔχω καί αὐτές τίς μαρτυρίες! Ἀλλά δέν θά στηριχθῶ στήν ἐπιστήμη, ὄχι! Ἁπλῶς ἔχω καί μιά φωνή ἀπό ἐκεῖ».
(Ἀνώτερο Κατηχητικό Σχολεῖο, ὁμιλία 660ή)



«Ἐάν ἀναλάβοιμι τάς πτέρυγάς μου κατ’ ὄρθρον καί κατασκηνώσω εἰς τά ἔσχατα τῆς θαλάσσης»
(Ψαλμός 138ος,9)
(Μετάφραση τῶν Ο΄)

[Ἐάν ἀποκτήσω πτέρυγας καί κατά τά χαράματα μέ αὐτάς πετάξω πρίν ἀνατείλη ὁ ἥλιος καί κατασκηνώσω εἰς τά ἄκρα τῆς ξηρᾶς καί τῆς θαλάσσης ἐκεῖ ὅπου δύει ὁ ἥλιος, ἐκεῖ Σύ ὑπάρχεις]
(Ψαλτήριον, Ι. Κολιτσάρα)

«Ἄν ἀναλάβω τάς πτέρυγας τοῦ ὄρθρου, τῆς αὐγῆς καί τρέξω μέ τήν ταχύτητα τοῦ φωτός …
(Μετάφραση ἐκ τοῦ Ἑβραϊκοῦ)


«Ὁ ἀποστέλλων τό φῶς, καί πορεύεται, ἐκάλεσεν αὐτό, καί ὑπήκουσεν αὐτῷ τρόμῳ»

[Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος διατάσσει τό φῶς καί πορεύεται, τό προσκαλεῖ, καί ἐκεῖνο ὑπακούει εἰς Αὐτόν μετά τρόμου]

(Βαρούχ 3, 33, Π.Δ., Τόμος 6, Ι. Γιαννακόπουλου)
«Αὐτός ὁ στίχος 9 τοῦ Ψαλμοῦ 138 εἶναι πολύ ποιητικός! Ἀλλά περισσότερο εἶναι στό ἑβραϊκό κείμενο. Ἀκοῦστε τή μετάφραση ἐκ τοῦ ἑβραϊκοῦ, γιατί ἔχομε τή μετάφραση τῶν Ο΄. Ἀκοῦστε την: «Ἄν ἀναλάβω τάς πτέρυγας τοῦ ὄρθρου, τῆς αὐγῆς καί τρέξω μέ τήν ταχύτητα τοῦ φωτός … »! Μάλιστα, μέ κατέπληξε αὐτή ἡ φράση! Ταχύτητα τοῦ φωτός! Μέ κατέπληξε! Δέν ξέρω ἑβραϊκά, θά ἤθελα νά τό ἔβλεπα αὐτό, θά μέ ἐνδιέφερε πάρα πολύ, θά μέ ἐνδιέφερε ἀπό φυσικῆς πλευρᾶς. Μποροῦσαν οἱ Ἑβραῖοι νά μιλᾶνε γιά ταχύτητα τοῦ φωτός;».
(Ψαλμοί, ὁμιλία 12η)

«Πρέπει νά ποῦμε κάτι πιό ξεχωριστό γιά τό φῶς. Θά ἔλεγα αὐτή τήν παράγραφο, προσέξτε την, ἐμένα κυριολεκτικά μέ ἔχει γοητεύσει. Ἐλπίζω νά μπορέσω νά σᾶς βοηθήσω νά γοητευθεῖτε καί ἐσεῖς μέ τήν παρουσία τοῦ φωτός. Προφήτης Βαρούχ, 3ο κεφάλαιο: «Ὁ Θεός στέλνει τό φῶς καί πηγαίνει, τό ἀνακαλεῖ καί ἐπιστρέφει τό φῶς μέ τρόμο»! Ὅλα ὑπακούουν στό Θεό καί τό φῶς ὑπακούει στό Θεό. Ἐδῶ λέει στό φῶς «πήγαινε καί ἔλα», φανερώνει κάτι. Πρίν ἀπό δύο-τρία χρόνια, ὅπως ἔχομε ἐδῶ τήν κατασκήνωση, ἦταν ἀγόρια [ἡ ὁμιλία ἔγινε τό 2001]. Ἕνας μαθητής Γυμνασίου ἀπό τόν Ἀμπελῶνα, ὅταν τούς εἶπα αὐτό, ὅτι ὁ Θεός λέει «πήγαινε» καί πηγαίνει τό φῶς, «ἔλα» καί ἔρχεται, ἐρωτῶ. Δέν θά περίμενα ἀπάντηση, ἀλλά καμιά φορά ὁ Θεός φωτίζει τά παιδιά πολλές φορές καί λένε καταπληκτικές ἀπαντήσεις. «Σᾶς θυμίζει τίποτα αὐτή ἡ ἱστορία;». Καί τί μοῦ λέει αὐτό τό παιδί, ξέρετε; Ὅτι τό φῶς ἔχει ταχύτητα! «Μπράβο, παιδί μου», τοῦ λέω «μπράβο!». Ἔχει ταχύτητα, καί εἶναι γνωστή ἡ ταχύτητα τοῦ φωτός. Ὅλα μέ τάξη εἶναι στό σύμπαν καί ὅλα ἐκπλήσσουν τούς ἀστρονόμους!».
(Σειράχ, ὁμιλία 291η)



«Ὁ τότε κόσμος ὕδατι κατακλυσθείς ἀπώλετο,

[Ὁ τότε κόσμος -στήν ἐποχή τοῦ Νῶε-, ἀφοῦ κατακλύστηκε μέ νερά, χάθηκε,]



οἱ δέ νῦν οὐρανοί καί ἡ γῆ τῷ αὐτοῦ λόγῳ τεθησαυρισμένοι εἰσί πυρί τηρούμενοι εἰς ἡμέραν κρίσεως καί ἀπωλείας τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων»



[οἱ δέ σημερινοί οὐρανοί καί ἡ γῆ διά τοῦ αὐτοῦ προστακτικοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀποταμιευμένοι καί φυλαγμένοι διά τό πῦρ καί διατηροῦνται διά τήν ἡμέραν τῆς κρίσεως, ἡ ὁποία θά εἶναι καί ἡμέρα καταστροφῆς τῶν ἀσεβῶν]

(Πέτρου ἐπιστολή Β΄, γ, 6-7
Π. Τρεμπέλα)


«Νά εἴχαμε καιρό νά τό ἀναλύσουμε πολύ–πολύ καί μέ τά σύγχρονα δεδομένα πού γνωρίζουμε ἀπό τή χημεία καί τή φυσική. Ἀλλά θά μείνω στό χωρίο μέ δύο ἐξηγήσεις. Ἀπόστολος Πέτρος, ἐπιστολή Β΄, κεφάλαιο γ, 6-7: «Ὁ τότε κόσμος[στήν ἐποχή τοῦ Νῶε] ὕδατι κατακλυσθείς ἀπώλετο[κατακλύσθηκε καί χάθηκε], οἱ δέ νῦν οὐρανοί καί ἡ γῆ τῷ αὐτοῦ λόγῳ τεθησαυρισμένοι εἰσί πυρί τηρούμενοι εἰς ἡμέραν κρίσεως καί ἀπωλείας τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων». Ὅσες φορές ἔχω διαβάσει αὐτό τό χωρίο, μέ πιάνει ρῖγος! Σᾶς τό λέω ἀλήθεια, γιά τήν ἀλήθειά του καί γιά τη φοβερότητά του. Δηλαδή «τότε ξέσπασαν οἱ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ καί ἔπνιξαν τούς ἀνθρώπους. Τώρα, τό σύμπαν, οἱ οὐρανοί καί ἡ γῆ, στήν ὁποία πατᾶμε, μέ τό λόγο τό δικό Του εἶναι θησαυρισμένοι μέ τή φωτιά»! «Θησαυρίζω» θά πεῖ κρύπτω. Νά τό ποῦμε ἁπλοελληνικά, μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ, οἱ ὑλικοί οὐρανοί καί ἡ γῆ μας ἔχει κρυμμένη φωτιά! Τό πῦρ πού κρύπτεται στήν ὕλη εἶναι ἡ πυρηνική ἐνέργεια. Κάτι πού ἦταν ἀκατανόητο λίγα χρόνια πρίν, ὅτι ὁ Θεός ἔκρυψε φωτιά μέσα στήν ὕλη. Ἀκατανόητο! Αὐτή, λέγει, θά χρησιμοποιηθεῖ γιά τούς ἀσεβεῖς ὡς τιμωρία. Ἀλλά εἶναι καί γιά τήν ἀλλαγή τοῦ σύμπαντος. Αὐτό τό δεύτερο εἶναι μεγαλειῶδες! Θά γίνει ἀνακατάταξις τοῦ σύμπαντος, καί θά χρησιμοποιηθεῖ, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, ἡ πυρηνική ἐνέργεια! Πέστε μου, δέν εἶναι καταπληκτικό;».
(Ἠσαΐας, ὁμιλία 58η)



«Καί εἶδον οὐρανόν καινόν καί γῆν καινήν,
ὁ γάρ πρῶτος οὐρανός καί ἡ πρώτη γῆ ἀπῆλθον»

[Τότε εἶδα ἕναν καινούριο οὐρανό καί μία καινούρια γῆ,
διότι ὁ πρῶτος οὐρανός καί ἡ πρώτη γῆ εἶχαν ἐξαφανιστεῖ]


(Ἀποκάλυψις, κα,, 1)

«Μᾶς κάνει ἐντύπωση αὐτό πού εἶπε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὅτι ὁ Θεός ἐθησαύρισε, ἀποταμίευσε μέσα στήν ὕλη πῦρ, ὄχι μόνο γιά νά ἀλλάξει ὁ κόσμος, ὅταν θά ἔχομε τόν καινούριο κόσμο, κατά τό: «Εἶδα καινούριους οὐρανούς καί καινούρια γῆ», πού λέει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ἀλλά καί γιά νά τιμωρηθοῦν οἱ ἁμαρτωλοί. Δέν μποροῦσαν νά τό ξέρουν αὐτό οἱ ἀρχαῖοι, εἶναι ἀληθινά θεόπνευστο ὅτι ἡ ὕλη ἔχει ἀποταμιευμένη ἐνέργεια, ἡ γνωστή μας πυρηνική ἐνέργεια. Ὅταν τό πρωτοδιάβασα αὐτό, ἐδῶ καί κάποια χρόνια πίσω, μοῦ εἶχε κάνει κατάπληξη. Ὁ Θεός θησαυρίζει, κρύβει μέσα στήν ὕλη τό ὑλικό ἐκεῖνο πού θά ἀναποδογυριστεῖ τό σύμπαν ὁλόκληρο καί θά τιμωρηθοῦν καί οἱ ἀσεβεῖς ἄνθρωποι! Μέ καταπλήσσει πραγματικά!».
(Πρός Ρωμαίους, ὁμιλία 17η)


«Μιά πέτρα κρύβει φωτιά μέσα. Τόν καιρό πού συνετέθη καί ἐναπετέθη στή γῆ περιέκλεισε πῦρ. Ὅταν τήν βλέπεις, τήν πιάνεις, τή χαϊδεύεις, δέν ἀντιλαμβάνεσαι τίποτα. Γιά χτύπησέ την νά δεῖς, θά βγάλει φωτιά ἀπό μέσα. Ἔτσι εἶναι οἱ ἐντολές. Περιέχουν μέσα τό Θεό. Ὅταν τίς κτυπήσεις, τίς ἐφαρμόσεις, τίς τηρήσεις, τίς ψαχουλέψεις καλά-καλά, τίς ζήσεις, τίς βιώσεις, ἔ, τότε, ξεπηδᾶ ἀπό ἐκεῖ μέσα ὁ Θεός».
(Σειρά Β΄, ὁμιλία 185η, β΄)


Ἐπιμέλεια
Παντελῆς Γκίνης
                                                      Λάρισα 2012







































ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ





«Γιά νά δεῖτε ποῦ εἶναι ἡ σταθερότητα ἡ οἰκονομική, αὐτό τό λέει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Νηστεία, σταθερότης ἀγορᾶς».
(Σειράχ, ὁμιλία 40η)


Συλλογή ἀναφορῶν
τοῦ Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου 
γιά τήν οἰκονομία





                                                Πρόλογος

Ὁ Γέροντας Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος μᾶς ἄφησε μία μεγάλη πνευματική κληρονομιά. Μᾶς παρέδωσε ἕναν τεράστιο ἀριθμό κατηχητικῶν ὁμιλιῶν, κατανεμημένων σέ διαφορετικές θεματικές σειρές.
Ἀκούσαμε καί συλλέξαμε ἀπό μεγάλο ἀριθμό ὁμιλιῶν, κατά τήν κρίση μας, ἐνδεικτικές ἀναφορές του, ποῦ μᾶς ἔκαναν ἰδιαίτερη ἐντύπωση καί ἀφοροῦσαν θέματα οἰκονομίας, πλούτου, κληρονομικά, περιουσιακά, ἐργασιακά. Τίς παρουσιάζουμε καί εὐελπιστοῦμε νά γίνουν ἀφετηρία προβληματισμοῦ καί θεολογικῆς ἑρμηνείας τῆς οἰκονομικῆς κρίσης πού περνᾶ ἡ χώρα μας.
Στό τέλος κάθε ἀναφορᾶς ὑπάρχει ἡ παραπομπή της, προκειμένου νά μπορεῖ ὁ κάθε ἀναγνώστης νά ἀνατρέξει στή συγκεκριμένη σειρά καί ὁμιλία γιά περαιτέρω ἐμβάθυνση.
Εἴθε ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός δι΄εὐχῶν τοῦ μακαριστοῦ Γέροντά μας π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου να εὐλογήσει τήν πνευματική καρποφορία στις ψυχές ὅλων μας.




 




Εἰσαγωγή

Ὁ Γέροντας Ἀθανάσιος ἔζησε τή φοβερή πεῖνα τοῦ 1941 στήν Κηφισιά, ὅπου κατοικοῦσε στά παιδικά του χρόνια. Εὐκαίρως-ἀκαίρως συμβούλευε πώς δέν πρέπει νά πετᾶμε στά σκουπίδια ἀγαθά καί ἰδιαίτερα τρόφιμα, στηριζόμενος στό λόγο τοῦ Χριστοῦ «ἵνα μή τί ἀπόληται», τίποτα νά μή χάνεται, διαφορετικά ὡς χώρα, ἔλεγε, θά πάθουμε κάποια καταστροφή. Πόσο ἐπίκαιρος καί προφητικός μπορεῖ νά εἶναι σήμερα ὁ λόγος του, ὅταν ἡ χώρα μας διέρχεται περίοδο σοβαρότατης οἰκονομικῆς κρίσης!
Στήν Κηφισιά, ἐπίσης, γνώρισε τήν ἀλαζονεία πολλῶν πλουσιότατων ἀνθρώπων. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι κάποια στιγμή ἔπαψαν νά ὑπάρχουν. Καί θεολογοῦσε στήν ἱστορία τους, λέγοντας πώς ὁ πλοῦτος δέν γνωρίζει ἀφέντη, φεύγει, παράγει, περνᾶ.
Ἰδιαίτερη μνεία ἔκανε καί σε θέματα περιουσιακῶν καί κληρονομικῶν διαφορῶν, συμβουλεύοντας παραίτηση ἀπό διεκδικήσεις, γιατί, ὄπως ἔλεγε: «Ὁ Θεός θά σᾶς ἀποζημειώσει ἀπό ἀλλοῦ».
Μήπως ἡ πατερική συμβουλή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Νηστεία, σταθερότης ἀγορᾶς» εἶναι τό κλειδί γιά ἔξοδο ἀπό τήν οἰκονομική κρίση; Ὁ πατερικός θεόπνευστος λόγος πάντα ἐπίκαιρος στό χθές, στό σήμερα, στό αὔριο!



Παντελῆς Γκίνης



«Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει πώς «ἡ νηστεία εἶναι σταθερότης ἀγορᾶς».
(Σειράχ, ὁμιλία 238η)

«Ἄν ὁ ἑλληνικός λαός νήστευε τίς σαρακοστές του, δέν θά ὑπῆρχε ποτέ πρόβλημα εἰσαγωγῆς τυριοῦ, κρεάτων καί δέν ξέρω τί ἄλλα πράγματα. Ἄν νήστευε ὁ ἑλληνικός λαός … Γιά νά δεῖτε ποῦ εἶναι ἡ σταθερότητα ἡ οἰκονομική, καί αὐτό τό λέει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Νηστεία, σταθερότης ἀγορᾶς». Ὀρθοτάτη παρατήρηση. Νά, σαράντα τά Χριστούγεννα, πενῆντα τό Πάσχα, ἴσον ἐνενῆντα μέρες, καί ἄλλες δεκαπέντε μέ τριάντα, παραπάνω ἀπό τό ἕν τρίτον. Φτάνομε τό μισό χρόνο, νά μή φᾶμε κρέας!».
(Σειράχ, ὁμιλία 40ή)

«Σᾶς εἶπα ὅτι φοβοῦμαι, πολύ φοβοῦμαι, πάρα πολύ, μήπως καί στόν τόπο μας ἔρθει κάποια καταστροφή, νά μέ θυμᾶστε, ἐκτός ἄν μετανοήσομε. Ἀλλά πολύ τό φοβᾶμαι, ὅλος αὐτός ὁ πλεονασμός τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, πού τά πετᾶμε καί στά σκουπίδια τά ὑλικά μας ἀγαθά, πολύ μέ φοβίζει. Χωρίς νά σᾶς πῶ ὅτι μᾶς ἐμποδίζει καί ἡ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ πού εἶπε: «ἵνα μή τί ἀπόληται», τίποτα νά μή χάνεται, ἀλλά νά ὑπάρχει πνεῦμα οἰκονομίας. Ἀλλά ποιός κάνει οἰκονομία; Κανένας δέν κάνει οἰκονομία, μόνο οἱ σώφρονες ἄνθρωποι. Φοβοῦμαι ὅμως, πώς οἱ σώφρονες ἄνθρωποι εἶναι λίγοι!».
(Χριστιανική Ἀνθρωπολογία, ὁμιλία 51η)

«Ἡ πεῖνα,ἀγαπητοί μου, εἶναι κακός σύμβουλος. Τό ἔχω πεῖ αὐτό σέ ὅλες τίς δεκαετίες τῆς ζωῆς μου, γιατί εἶδα τί θά πεῖ πεῖνα. Κακός σύμβουλος, διότι μετέρχεται τίς πιό ἀθέμιτες καταστάσεις καί παραδίδεται στά φοβερότερα πάθη, ὅπως ἡ προδοσία, ἡ δολοφονία, ἡ πορνεία, καί οὕτω καθ’ ἑξῆς».
(Ἰεζεκιήλ, ὁμιλία 7η)
«Τόν μαυραγοριτισμό τόν εἴδαμε μέ τά ἴδια μας τά μάτια, εἶναι ἀνέντιμο πρᾶγμα, εἶναι φοβερό πρᾶγμα! Τό κρύβεις, ὁ ἄλλος πεθαίνει ἀπό τήν πεῖνα καί τοῦ ζητᾶς χρήματα. Ὅταν εἶχε ἀποκλειστεῖ, στήν ἐπανάσταση τοῦ ’44, τό κεντρικό μέρος τῆς Ἀθήνας, ἐκεῖ, κάπου στό Κολωνάκι, ἕνας τενεκές νερό, γιατί δέν λειτουργοῦσε τό δίκτυο ὕδρευσης, ἕνας τενεκές νερό πωλοῦνταν μία χρυσή λίρα! Ἁπλῶς σᾶς λέω κάποια πράγματα πού τά θυμᾶμαι ἀπό τήν ἐποχή ἐκείνη. Θυμᾶμαι, γιατί τό εἶχα σημειώσει σέ ἕνα ἡμερολόγιο πού κρατοῦσα. Ὅταν οἱ Γερμανοί ἔφυγαν ἀπό τήν Ἑλλάδα τό ’44, ὁ πληθωρισμός ἔφερε τίς τιμές σέ παμμέγιστα ὕψη. Ἕνα αὐγό κόστιζε 200.000.000! [γελᾶ]. Μόλις ἔφυγαν οἱ Γερμανοί καί ἀποκτήσαμε κυβέρνηση, ἔκοψαν τά 8 μηδενικά καί ἔγινε δύο δραχμές!».
(Σειράχ, ὁμιλία 222η)
«Θυμᾶμαι, στήν κατοχή, στό τραπέζι ἀφήναμε πάντα μία μπουκιά ψωμί, γιά νά εὐλογήσομε, γιατί τά τρώγαμε ὅλα, ὅ,τι ὑπῆρχε πάνω στό τραπέζι, ἦταν κατοχή. Μία μπουκιά ἔστω, γιατί; Νά εὐλογηθεῖ καί ἔτσι ὁ Θεός νά μᾶς δώσει καί στό προσεχές τραπέζι νά φᾶμε. Πάντως, «ἡ αὐτάρκεια καί ἡ εὐσέβεια μαζί εἶναι σπουδαῖο στοιχεῖο καί πορισμός μέγας». Πορισμός θά πεῖ πλοῦτος, μεγάλος πλοῦτος».
(Σειράχ, ὁμιλία 282η)
«Γιατί οἱ Ἑβραῖοι ἔμειναν ἑβδομῆντα χρόνια αἰχμάλωτοι στή Βαβυλῶνα; Σᾶς τό ἔχω πεῖ, τό ξέρετε, ἀλλά δέν πειράζει, σᾶς τό ὑπενθυμίζω. Οἱ Ἑβραῖοι ἀπό τόν καιρό πού πῆραν τό Νόμο ὅτι ἔπρεπε νά φυλάσσουν τίς ἑορτές καί τά Σάββατα ὡς ἀργίες, μέχρι τόν 6ο αἰῶνα πού ἔγινε ἡ αἰχμαλωσία, κάπου ἐννιακόσια χρόνια, οἱ ἀργίες δέν ἦταν μόνο τά Σάββατα, ἦταν καί ἄλλες ἀργίες, τῶν ἑορτῶν. Αὐτές, τό λέει ὁ Θεός, ἦταν σύνολο οἱ γιορτές πού καταπατήθηκαν, σύνολο ἑβδομῆντα χρόνια! Τί λέτε, θά πᾶτε στό χωράφι σας νά ὀργώσετε, νά σπείρετε τήν Κυριακή; Ἀδελφοί μου, προσέξτε! Ὅταν τό πρωτοδιάβασα αὐτό στήν Ἁγία Γραφή, τρόμαξα. Ὄχι! Θά τηρήσουμε τίς ἀργίες, γιά νά ἔχομε τήν εὐλογία. Καί λέει ὁ Θεός: «Καί τώρα, ἑβδομῆντα χρόνια ἐκεῖ στή Βαβυλῶνα, ὅταν δέ θά ὑπάρχουν τά ἐργατικά χέρια, γιά νά σπείρουν σιτάρι καί ἄλλους καρπούς καί νά φυτέψουν ἀμπέλια, ἡ γῆ θά ξεκουραστεῖ, γιατί τήν κούρασες μέ τό νά τήν καταπατεῖς, ἐργαζόμενος τή γῆ τίς ἡμέρες τῶν ἀργιῶν». Ἄν μπορεῖτε, μή φοβηθεῖτε … Ζεῖ Κύριος ὁ Θεός! Φοβερό ! Φοβερό !».
(Ἠσαΐας, ὁμιλία 11η)

«Ἀποστολικές Διαταγές», 8ο βιβλίο. Ἀκοῦστε τί συμβουλεύουν οἱ «Ἀποστολικές Διαταγές», ἀρχαῖο βιβλίο, γιά τό πενθήμερο: «Ἐργαζέσθωσαν οἱ δοῦλοι πέντε ἡμέρας, Σάββατον δέ καί Κυριακήν σχολαζέτωσαν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ διά τήν διδασκαλίαν τῆς εὐσεβείας[εὐσέβεια λέγεται ὁ Χριστιανισμός, διδασκαλία εἶναι τό κήρυγμα, ὅλη μέρα θά πᾶνε νά ἀκούσουν κήρυγμα, κατήχηση]. Τό μέν γάρ Σάββατον, εἴπομεν δημιουργίας λόγον ἔχειν, τήν δέ Κυριακήν Ἀναστάσεως. [Σάββατο ἔχομε τή δημιουργία, καταπαύει ὁ Θεός, καί κατόπιν τήν Κυριακή ἔχομε τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως]».
(Ἠσαΐας, ὁμιλία 71η)

«Πολλές φορές συναντῶ ἀνθρώπους πού μοῦ λένε ὅτι τά οἰκονομικά τους δέν πᾶνε καθόλου καλά, ὅτι κινδυνεύουν, ὅτι, ὅτι, ὅτι … Λέγω: «Ἄν δέν εἶμαι ἀδιάκριτος, ἐρωτῶ, τί μισθό ἔχεις;», καί μοῦ λέει: «Tόσα». «Λοιπόν, ἄν μετροῦσες καί ξαναμετροῦσες, κατά τήν παροιμία «μία μετρᾶμε καί δέκα κόβουμε», δέ θά ὑπῆρχε περίπτωση νά πτωχεύσεις». Ἔ … μπορεῖ νά ἔχομε ἀτύχημα κτλ., ἀλλά κανονικά, ἄν εἴχαμε ἕνα νοικοκυρεμένο σπίτι … ».
(Ἠσαΐας, ὁμιλία 87η)

«Ἐπικατάρατος ὁ μεταθέτων ὅρια τοῦ πλησίον αὐτοῦ». Ὅταν βάζεις τά σύρματά σου πιό πέρα, γιά νά πάρεις τό χωράφι ἀπό τόν πλαϊνό σου, ὅταν τραβᾶς μιά αὐλακιά παρά πέρα ἀπό τό χωράφι, γιά νά φανεῖ ὅτι εἶναι δικό σου, αὐτή ἡ αὐλακιά ἀπό τό διπλανό χωράφι, τό ἔχω ἀκούσει μυριάκις αὐτό, ἐπικατάρατος. Ἀγαπητοί μου, ἄν μοῦ ἐπετρέπετο, θά σᾶς ἔλεγα καί ἱστορίες πάνω σέ αὐτό, ἀλλά δέν μπορῶ νά σᾶς πῶ, γιατί ἔχω ζῶσες ἱστορίες. Δέν μπορῶ, γιατί θά θιγοῦν πρόσωπα. Πράγματι, ἐπικατάρατος ἐκεῖνος πού παίρνει τοῦ πλαϊνοῦ του τό ἀντικείμενο. Εἶναι φοβερό!».
(Σειράχ, ὁμιλία 15η)

«Γνωρίζω ὅτι εἶναι πολύ δύσκολο ὁ ἔμπορος νά εἶναι σωστός Xριστιανός, τό γνωρίζω, εἶναι δύσκολο, ἀλλά ὅμως, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἀνάγκη νά εἶναι Xριστιανός, διαφορετικά δέν μπορεῖ νά εἶναι ἔμπορος, ἄν θέλει νά εἶναι Xριστιανός. Ἤ δέν μπορεῖ νά εἶναι Xριστιανός, ἄν θέλει νά εἶναι ἔμπορος, ἄν νομίζει ὅτι αὐτά τά δύο πράγματα δέν ταιριάζουν. Ξαναλέω, εἶναι δύσκολο. Δέν ὑπάρχει μόνο ἀνάγκη εὐστροφίας καί ἐμπορικῆς ἱκανότητας στόν ἔμπορο, νά ἀσκεῖ τό ἐπάγγελμά του. Χρειάζεται εὐστροφία μυαλοῦ, πῶς δέν θά πεῖ καί ψέματα, πῶς δέν θά ἐξαπατήσει, καί ταυτόχρονα νά μήν ζημιωθεῖ. Εἶναι θέμα δικό του πῶς θά εἶναι εὔστροφος. Καί ἄν θέλετε, ὁ Κύριος μᾶς θέλει εὐστρόφους!».
(Σειράχ, ὁμιλία 28η)

«Λέει μία κινέζικη παροιμία: «Ἄνθρωπος ἀγέλαστος μαγαζί νά μήν ἀνοίγει». Λοιπόν,ἀγαπητοί μου, πάντοτε χαμογελαστοί, πάντοτε».
(Σειράχ, ὁμιλία 175η)

«Κάνω μία μικρή ἔκκληση. Αὐτό τό εἶχα σημειώσει τό 1960, ὅταν ἦρθα στή Θεσσαλία. Παρατήρησα στά χωριά, στά χωριά μας, ἐνῶ εἶχαν ἀρκετό χωράφι γύρω ἀπό τό κάθε σπίτι, ἀραιοκατοικημένα ὡς ἐπί τό πλεῖστον τά χωριά τῆς Θεσσαλίας, καί τό κάθε σπίτι εἶχε ἀρκετό τόπο καί νερό, δέν ἔβαζαν οὔτε μία ντομάτα, οὔτε μία μελιτζάνα … Καί στήν ἀπορία μου «γιατί», ἡ ἀπάντηση; «Περνᾶ ὁ μανάβης»! Μά, περνᾶ ὁ μανάβης, ἀλλά ὁ μανάβης δέν τά χαρίζει, τά πουλᾶ. Γιατί νά μήν ὑπάρχει οἰκονομική εὐστάθεια, τό ἄν βάλεις πέντε ρίζες ντοματιές καί μελιτζανιές; Θά μοῦ πεῖτε: «Πάτερ μου, ἀπόψε κήρυγμα ἔχομε πνευματικό [12-8-1986]». Σᾶς ἀπήντησα τί λέει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος, ὅλα μποροῦν νά πάρουν τή σφραγίδα τοῦ Πνεύματος, ὅταν γίνονται ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καί μερικά δέν εἶναι ἔξω ἀπό τό ἐνδιαφέρον τοῦ Θεοῦ. Λοιπόν, μία μικρή ἔκκληση. Βάλτε μερικά πραγματάκια, πέντε ρίζες ἀπό λαχανικά, σέ ὅ,τι τόπο ἔχετε γύρω ἀπό τό σπίτι σας.Ναί, ἀγαπητοί, ἔτσι πρέπει νά σκεφτόμαστε».
(Σειράχ, ὁμιλία 40ή)

«Κάποτε, ἕνας ταλαίπωρος ἄνθρωπος, πολύ νέος, ἦρθε καί μοῦ λέει: «Σᾶς παρακαλῶ, θέλω νά ἀνοίξω σοῦπερ μάρκετ. Θά ἤθελα ἀπό τούς φίλους καί τούς γνωστούς σας, ἐσεῖς πού ξέρετε, νά μοῦ δανείσουν χρήματα». «Παιδάκι μου», τοῦ λέω «θά πῶ στόν κόσμο νά σοῦ δανείσουν; Δέν μπορῶ νά τό κάνω αὐτό τό πρᾶγμα». «Μά … ». «Δέν μπορῶ θά ἐκτεθῶ». «Μήν μπαίνεις ἐγγυητής, γιατί θά χάσεις τόν ὕπνο σου», θά δοῦμε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. «Ὄχι, παιδί μου», τοῦ λέω, δέν εἶναι δυνατόν». Ἀγαπητοί μου, μετά ἀπό λίγο αὐτός ὁ ἄνθρωπος πνίγηκε στή θάλασσα! Ἄν εἶχε δανειστεῖ, τί θά γινόταν, πῶς ἐγώ θά εἶχα ἐκτεθεῖ στόν κόσμο, νά τούς πῶ «δανεῖστε του»; Εἶναι δυνατόν; Σημειώσατε δέ, εἰδικά ὁ κληρικός, δέν μπορεῖ νά μπαίνει ἐγγυητής ἐπ’ οὐδενί λόγῳ, καί νά εἶναι μάλιστα καί καλόγηρος!».
(Σειράχ, ὁμιλία 249η)

«Ὅταν κτίζαμε ἐδῶ στό μοναστήρι, παίρναμε τά ὑλικά ἀπό μία μάντρα, ἐδῶ, στή Λάρισα. Ἕνα τηλεφώνημα «στεῖλε μας τόση ἄμμο, τόσα τσιμέντα», καί μέ τήν πρώτη εὐκαιρία πού κατέβαινα κάτω στή Λάρισα, περνοῦσα ἀπό τή μάντρα νά πληρώσω. Μοῦ ἔλεγε ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖ -γνωστός μας καί ἔντιμος ἄνθρωπος-: «Mά ἦταν ἀνάγκη νά ἔρθετε γρήγορα;». Καί τοῦ ἔλεγα πάντοτε αὐτό τό χωρίο: «Μηδενί μηδέν ὀφείλετε ἤ μή τό ἀγαπᾶν ἀλλήλους». Σέ κανέναν τίποτα νά μήν χρωστᾶτε. Εἶναι κακό πρᾶγμα νά αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ὅτι χρωστάει. Δέν πρέπει νά χρωστᾶμε. Καί ἄν χρωστᾶμε γιά μιά στιγμή, γρήγορα θά πρέπει νά ἐξοφλήσομε».
(Πρός Ρωμαίους Β΄, ὁμιλία 33η)

«Πολλές φορές, ἀγαπητοί μου, ἔχετε ἔλθει καί μοῦ ἔχετε πεῖ ὅτι δέ θέλετε νά τσακωθεῖτε μέ τόν ἀδελφό σας γιά τά κληρονομικά, περιουσιακά. Καί πρέπει νά σᾶς πῶ, σᾶς ἀνήκει πολλή τιμή, ὅταν σᾶς προτείνω «παραχώρησε τά περισσότερα στόν ἄλλον». Ἔστω, ὅτι τό οἰκόπεδο πού θέλετε, ἄς τό πάρει ὁ πλεονέκτης. Ἔστω λίγο, κάτι παραπάνω, δέν ξέρω τί. Πιστέψτε με, τό ἔχετε ἐφαρμόσει πολλοί ἀπό ἐσᾶς. Δοξάζω τόν Θεό καί ἐπαινῶ ἐσᾶς καί σᾶς λέω μία κουβέντα, ὅτι ἀπό ἀλλοῦ ὁ Θεός θά σᾶς ἀποζημιώσει. Καί ὅτι ὁ ἀδελφός σας, νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός πού εἶναι πλεονέκτης, θά χάσει καί αὐτά πού ἔχει … ».
(Ἠσαΐας, ὁμιλία 62η)

«Τελευταῖα ἄκουσα σάν παροιμία καί μοῦ ἄρεσε καί θά σᾶς τό πῶ: «Φασούλι τό φασούλι ὁ θανών, φασουλάδα ὁ κληρονομῶν», δηλαδή ἐσύ πού θέλεις νά μαζέψεις, μαζεύεις φασούλι τό φασούλι, ἕνα-ἕνα φασολάκι, ὁ κληρονόμος, τά παιδιά σου θά ποῦν: «Εἰς ὑγείαν τοῦ πατέρα μας, βάλτε τώρα τά φασόλια νά φᾶμε μία γερή φασολάδα», δηλαδή σπατάλη, καί τρῶνε τήν πατρική περιουσία μέ τόν τρόπο αὐτό».
(Ἠσαΐας, ὁμιλία 22η)

«Σᾶς βεβαιώνω, εἶδα πολλούς πλουσίους,καί εἶδα τή ζωή τους καί τούς λυπήθηκα ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μου καί εἶπα: «Τούς κακόμοιρους!». Νά εἶσαι πλούσιος, νά ἀγωνίζεσαι μιά ζωή νά ἀποκτήσεις πλοῦτο καί νά σέ λέγουν οἱ ἄλλοι κακόμοιρο; Κακόμοιροι εἶναι αὐτοί πού δέν ξέρουν νά χαροῦν πραγματικά τή ζωή τους καί τή χαίρεται μόνο ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος λογαριάζει μέ ταπείνωση τί εἶναι θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἔχει εἰρήνη στήν ψυχή. Ναί, εἰρήνη στήν ψυχή. Ἄν τσακωθῶ ἐγώ μέ κάποιον καί δέν ἔχω εἰρήνη μές στήν ψυχή μου, τί κέρδισα; Μερικά χρήματα; Μία καλύτερη θέση; Καί τί ἔβγαλα ἐγώ ἀπό αὐτό, ὅταν ἔχω χάσει τήν εἰρήνη μου; Δέν εἶμαι κουτός ἄνθρωπος;».
(Ἐπιστολή Ἰακώβου, ὁμιλία 12η)

«Δοξάζω τόν Θεό πού ἔχω ζήσει τόσα χρόνια, ὥστε ἔχω δεῖ ἀπό πολύ-πολύ μικρό παιδί τήν ἀλαζονεία πολλῶν ἀνθρώπων, πλουσιοτάτων ἀνθρώπων. Σήμερα δέν ὑπάρχουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, ἔφυγαν τά ὑπάρχοντά τους, ἀκόμη ἕνα σπίτι ἔχω ὑπόψη [ἡ ὁμιλία ἔγινε τό 2001], περίφημο σπίτι. Βέβαια, λυπήθηκαν κάποιοι πού δέν συντηρήθηκε αὐτό τό σπίτι, τό γκρέμισαν, γιατί θέλησε ἕνας Σύλλογος νά χτίσει τά δικά του σπίτια, τό γκρέμισαν στά γρήγορα-γρήγορα. Οὔτε ὁ τόπος δέν βρίσκεται σήμερα πού ἦταν τό σπίτι αὐτό. Καί ὅμως, τί πλοῦτος μέσα, τί βαλσαμωμένα ζῶα, τί ἐλάφια, τί ἀγριογούρουνα, τί πλοῦτος, τί πλοῦτος … Ποῦ εἶναι; Ἔφυγε, «παράγει», θά πεῖ: περνάει «ἡ ἐπιθυμία τοῦ κόσμου αὐτοῦ». Γι’ αὐτό θά μείνομε σέ ἐκεῖνα πού μᾶς εἶναι ἀνάγκη. Καί ξαναλέγω, καί κάτι πού καλύπτει τήν αἰσθητική, εἶναι ἀνάγκη ἡ αἰσθητική. Τή νοσηρά ἐπιθυμία πρέπει πάντα νά τήν ἀποβάλομε, τήν ὁποία βέβαια ὑπηρετεῖ ὁ διάβολος».
(Σειρά Β΄,ὁμιλία 431η, α΄)

«Γιατί ὁ ἄνθρωπος θέλει νά εἶναι πλούσιος; Γιατί; Γιατί ἔχει ἄδεια ψυχή. Εἶναι ἀντιστάθμισμα αὐτό. Ὅπως μία γυναίκα, ὅσο πιό πολύ ἀπ’ἔξω, σᾶς τό ἔχω ξαναπεῖ αὐτό, ψιμμυθιάζεται, βάφεται, στολίζεται καί φορτώνεται μπιχλιμπίδια κτλ., τόσο κούφια εἶναι ἀπό μέσα. Ὅσο μία γυναίκα εἶναι πιό γεμάτη, τόσο λιγότερο ἀπ’ ἔξω, ἁγνή. Αὐτό, δέν ξέρω ἄν τό ἔχετε παρατηρήσει, ἄν ἔχετε δεῖ πολύ σοφές καί μορφωμένες γυναῖκες. Ἔχω γνωρίσει σπουδαῖες γυναῖκες, πολύ σπουδαῖες γυναῖκες. Εἶχαν δηλαδή περιεχόμενο. Ἦταν πολύ ἁπλές ἀπό ἔξω, πολύ ἁπλές. Εἶναι μία ἀνάγκη ψυχολογική αὐτό τό ἀντιστάθμισμα. Ὅσο λείπει ἡ ἐσωτερική ἱκανοποίηση στόν ἄνθρωπο ἀπό τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, θέλει ὁ ἄνθρωπος, γιά νά ἀντισταθμίσει τό κενό τῆς ψυχῆς του, νά τή γεμίσει μέ ὑλικά πράγματα. Ἀπό τή στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος ἔχει μέσα τοῦ αὐτόν τόν Πλοῦτο πού λέγεται «Θεός», ὁ πλοῦτος τοῦ εἶναι ἀδιάφορος!».
(Ψαλμοί, ὁμιλία 16η)

«Ἅμα μαζεύεις πλοῦτο μέ ἀδικία, αὐτόν θά τόν ξεράσεις». Καί ἄν ἀκόμα δέν τόν ξεράσεις, σέ περιμένει τό πῦρ τῆς κολάσεως».
(Ψαλτήρας, ὁμιλία 10η)

«Νά μήν ὁρκιζόμαστε γιά κτήματα καί γιά χρήματα».
(Πρός Θεσσαλονικεῖς Α’, ὁμιλία 4η) 
 
                                                                                                          Ἐπιμέλεια
Παντελῆς Γκίνης