ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΕΝ ΟΛΥΜΠΩ - ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΟΠΟΥ ΑΣΚΗΤΕΥΣΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΤΟΝ ΟΛΥΜΠΟ
ΚΑΤΑ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Α' (α' 15-17)
Πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος, ὅτι Χριστὸς Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ· 16
ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἠλεήθην, ἵνα ἐν ἐμοὶ πρώτῳ ἐνδείξηται Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν
πᾶσαν μακροθυμίαν, πρὸς ὑποτύπωσιν τῶν μελλόντων πιστεύειν ἐπ’ αὐτῷ εἰς
ζωὴν αἰώνιον. 17 Τῷ δὲ βασιλεῖ τῶν αἰώνων, ἀφθάρτῳ, ἀοράτῳ, μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμὴ καὶ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
Αξιόπιστος είναι ο λόγος, που θα σου πω, και άξιος ολοψύχου και
αδιστάκτου αποδοχής εκ μέρους όλων· ότι δηλαδή ο Ιησούς Χριστός ήλθεν
στον κόσμον να σώση τους αμαρτωλούς, μεταξύ των οποίων πρώτος είμι εγώ. 16
Αλλά δια τούτο ακριβώς ηλεήθην, δια να δείξη ολοκάθαρα ο Ιησούς Χριστός
εις εμέ, περισσότερον από οιανδήποτε άλλον, όλην την μακροθυμίαν του
προς παραδειγματισμόν και ενθάρρυνσιν όλων εκείνων, που έμελλαν να
πιστεύσουν εις αυτόν, δια να απολαύσουν την αιωνίαν ζωήν. 17
Εις δε τον βασιλέα και κύριον όλων των αιώνων και όλων των
δημιουργημάτων, που έγιναν δια μέσου των αιώνων, στον άφθαρτον, στον
αόρατον, στον ένα και μόνον πάνσοφον Θεόν, ας είναι τιμή και δόξα στους
αιώνας των αιώνων· αμήν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ (ιη' 35-43)
Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς Ἰεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν. 36 ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. 37 ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται. 38 καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυῒδ, ἐλέησόν με. 39 καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· Υἱὲ Δαυῒδ, ἐλέησόν με. 40 σταθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς αὐτόν. ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ ἐπηρώτησεν αὐτόν 41 λέγων· Τί σοι θέλεις ποιήσω; ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω. 42 καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. 43 καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν· καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
Καθώς δε επλησίαζε ο Κυριος εις την Ιεριχώ, ένας τυφλός εκάθητο δίπλα στον δρόμον και εζητιάνευε. 36 Οταν δε ήκουσε τον θόρυβον του λαού που επερνούσε, ερώτησε, τι τάχα είναι αυτά, που ήκουε. 37 Τον επληροφόρησαν δε ότι περνά από εκεί ο Ιησούς ο Ναζωραίος. 38 Και εφώναξε με μεγάλην φωνήν και είπε· “Ιησού, απόγονε του Δαυΐδ, ελέησέ με”. 39
Και αυτοί που επροπορεύοντο, τον επέπλητταν και του έλεγαν να σιωπήση,
δια να μη ενοχλή τον διδάσκαλον. Αυτός όμως πολύ περισσότερο εκραύγαζε·
“απόγονε του Δαυίδ, ελέησέ με”. 40 Εστάθη δε ο Ιησούς και έδωσε εντολήν να φέρουν τον τυφλόν πλησίον του. Οταν δε αυτός επλησίασε, τον ηρώτησε 41 λέγων· “τι θέλεις να σου κάνω;” Εκείνος δε είπε· “Κυριε, θέλω να αποκτήσω και πάλιν το φως των οφθαλμών μου”. 42 Και ο Ιησούς του είπε· “ανάβλεψε· η πίστις, που έχεις σ' εμένα, σε έσωσε από την τύφλωσίν σου”. 43
Και αμέσως απέκτησε το φως των οφθαλμών του και γεμάτος χαράν
ακολουθούσε τον Χριστόν, δοξάζων τον Θεόν. Και όλος ο λαός, όταν είδε το
θαύμα, έδωσε δόξαν στον Θεόν. (Οι καλοπροαίρετοι δοξάζουν τον Θεόν και
δια το καλόν, που γίνεται στους άλλους).
ΟΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
ΠΗΓΗ : arnion.gr