Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ - ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ



 
«Ὁ π. Φιλόθεος Ζερβάκος, ὁ ὁποῖος περιέτρεχε ὅλη τήν Ἑλλάδα, ἴσως καί νά πῆγε στό ἐξωτερικό, δέν ξέρω, πάντως περιέτρεχε ὅλη τήν Ἑλλάδα, θυμᾶμαι στήν Κηφισιά ἐρχόταν ἀπό τήν Πάρο. Ἐδῶ στή Λάρισα ἐρχόταν καί ἐξομολογοῦσε πολλούς. Ἐγώ δέ ἐπανειλημμένως τόν εἶχα δεῖ ἐδῶ στή Λάρισα στή δεκαετία τοῦ ’60. Ἔκανε καί κήρυγμα. Πήγαινε στόν Ἅγιο Κωνσταντῖνο Λαρίσης. Εἶδα αὐτό τό δημοσίευμα καί παραξενεύτηκα. Λέει: «Γύρισα καί γύρισα, ἀλλά δέν βαριέσαι, οἱ ἄνθρωποι εἶναι οἱ ἴδιοι, δέν θέλουν νά διορθωθοῦν, δέν ἔχουν προκοπή, καί εὔχομαι», λέει ὁ π. Φιλόθεος Ζερβάκος, «εὔχομαι νά πεθάνω, νά μήν βλέπω αὐτή τήν κατάσταση. Κουράστηκα!». Αὐτό, ἀγαπητοί μου, συμβαίνει γιά κάθε πνευματικό. Ἄν μέ ρωτήσετε, θά σᾶς ἔλεγα τό ἴδιο [ἡ ὁμιλία ἔγινε το 1999]. Δέν ξέρω τί προκοπή θά βρίσκομε στούς ἀνθρώπους μας, δέν ξέρω. Καί λέμε: «Μά, ἔτσι ὅπως σκέπτεται αὐτός ὁ ἄνθρωπος, εἶναι Χριστιανός;». Δέν ἔχομε προκοπή καί αὐτό εἶναι τό πάρα πολύ δυσάρεστο. Ὡστόσο, ἡ Θεία Χάρις πάντα περιμένει, ἕτοιμη νά μᾶς δώσει τήν προκοπή μας, ἀρκεῖ νά ἀνοίξουμε τήν πόρτα στή Θεία Χάρη!».
(Σειρά Ε’, ὁμιλία 121η) 

-->
«Θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά σᾶς πῶ ἕνα δικό μου περιστατικό, τό ἔχω πεῖ σέ δυό-τρεῖς-τέσσερις ἀνθρώπους, δέν θυμᾶμαι νά τό ἔχω πεῖ σέ περισσότερους. Μοῦ συνέβη ἐμένα κάτι. Συνέβη στά μάτια κάποιου ἀνθρώπου πάνω σέ μένα. Λειτουργοῦσα στόν Ἅγιο Ἀντώνιο, 1961-1962. Ἕνα πρωί, ἀκόμη δέν εἶχαν ἔρθει ἐκκλησιαζόμενοι, ἤμουν στό Ἱερό καί ἔκανα τόν Ὄρθρο. Ἡ πόρτα ἐκείνη ἦταν ἀνοικτή. Ἦρθε ἡ ὥρα τοῦ ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ ἱερέας λέει τό Εὐαγγέλιο, τό εἶπα, τέλος. Ἕνας ἄνθρωπος γέρων, ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἀκόμη, δέν ξέρω πῶς λέγεται, ἀλλά καί νά τόν ἤξερα, δέν θά σᾶς τό ἔλεγα τό ὄνομά του, ἦταν παρών. Καί ὁ εὐλογημένος ἦταν στήν ἄκρη τοῦ τοίχου καί διαγωνίως μποροῦσε νά βλέπει μέσα στό Ἱερό. Καί εἶδε ἕνα χέρι πάνω ἀπό τό δικό μου τό κεφάλι νά μέ εὐλογεῖ. Καί τό εἶπε στόν μπαρμπα-Χρῆστο, ἐκεῖ, τόν κηπουρό. Ἀμέσως θά μποροῦσε νά θεωρηθεῖ ὅτι ὁ π. Ἀθανάσιος εἶναι ἅγιος! Πώ, πώ, … καί χέρι πάνω ἀπό τό κεφάλι του μπορεῖ νά τόν εὐλογεῖ! Ἔ, … ἀγαπητοί μου, δόξα τῷ Θεῷ, ὁ Θεός μέ φύλαξε ἀπό τέτοιο πρᾶγμα! Ἦταν πνευματιστικό φαινόμενο αὐτό. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ποιός ξέρει τί ἄνθρωπος νά εἶναι. Ἕνα μόνο μπορῶ νά ξέρω. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι κατά συνείδηση Χριστιανός, δέν ζεῖ πνευματική ζωή, καί ἀφοῦ δέν ζεῖ πνευματική ζωή, ὅλα εἶναι πιθανά. Τί μποροῦσε νά γίνει ἀπό τή δουλειά αὐτή; Νά πιστέψω ὅτι εἶμαι ἅγιος, καί, ἀλίμονό μου, τί θά εἶχα πάθει! Εὐτυχῶς ὅμως, ἐκεῖνον τόν καιρό, ἐκεῖνες τίς ἡμέρες, κάνοντας μιά αὐτοκριτική στόν ἑαυτό μου, ἔβλεπα ὅτι ἀπό πνευματικῆς πλευρᾶς βρισκόμουν ἀρκετά χαμηλά. Καί ὅταν τό ἔμαθα αὐτό, ὕστερα ἀπό ἀρκετές μέρες μοῦ τό εἶπαν, λέω: «Γιά στάσου!». Δέν ταράχτηκα νά κάνω μία αὐτοκριτική. «Σέ ποιά κατάσταση βρίσκομαι, σέ κατάσταση ἁγιότητας ἤ ἁμαρτωλότητας; Σέ κατάσταση ἁμαρτωλότητας βρίσκομαι, ἔ, … δέν μπορεῖ νά συμβαίνει ἀπό τό Θεό. Τελείωσε, πάει, εἶναι ἀπό ἄλλη πηγή». Καί ἕνας φίλος ρώτησε τόν π. Φιλόθεο Ζερβάκο, καί ἐκεῖνος ἔτσι ἀπάντησε: «Πρός Θεοῦ, εἶναι ὁ διάβολος, νά προσέξει ὁ π. Ἀθανάσιος!». Καί πραγματικά, οὔτε στιγμή δέν πίστεψα, οὔτε στιγμή ὅτι εἶναι τό χέρι τοῦ Θεοῦ νά μέ εὐλογεῖ. Ποιός ξέρει τί παγίδα μοῦ ἔστηνε; Γι’ αὐτό, πολλή προσοχή, ἀγαπητοί μου, πολλή προσοχή!!!».
(Περί μαγείας, ὁμιλία 3η)