Στὸ Ἅγιον Ὄρος στὸν ἱερὸ Ναὸ τοῦ Πρωτάτου (843 μ.Χ.), ποὺ εὑρίσκεται στὶς Καρυές, καὶ εἶναι ἀφιερωμένος στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο, φυλάσσεται σὰν ἱερὸ κειμήλιο καὶ πολύτιμος πνευματικὸς θησαυρὸς ἡ ἐφέστια καὶ ἱερὰ Εἰκόνα τῆς Παναγίας μας «ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙΝ». Κοντὰ στὴ Σκήτη τῶν Καρυῶν, μέσα στὰ ὅρια τῆς ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Παντοκράτορος εὑρίσκεται μιὰ βαθειὰ κοιλάδα. Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ κελλιὰ τῆς περιοχῆς ἐμόναζαν ἕνας γέροντας-ἱερομόναχος μὲ τὸν ὑποτακτικό του. Ἦταν Σάββατο πρὸς Κυριακὴ 11 Ἰουνίου τοῦ 982 μ.Χ., ὅταν, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῶν σκήτεων, ὁ γέροντας ἔφυγε γιὰ τὴν καθ-ωρισμένη ἀγρυπνία στὸ Πρωτάτο καὶ ἄφησε τὸν ὑποτακτικό του γιὰ νὰ κάνει τὴν ἀκολουθία καὶ τὸν κανόνα του στὸ κελλί.
Μόλις προχώρησε ἡ νύκτα, κάποιος ἐκτύπησε τὴν πόρτα. Ἦταν ἕνας ἄγνωστος μοναχός, ποὺ ἐζήτησε νὰ φιλοξενηθῇ. Τὴν ὥρα τοῦ Ὄρθρου, ἐξύπνησαν γιὰ νὰ ψάλλουν τὴν ἀκολουθία. Ὅταν ἔφθασαν στὴν Θ’ ᾠδὴ τῆς Θεοτόκου στὸ ἐφύμνιο «τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ …», ὁ ἄγνωστος μοναχὸς ἔψαλε μπροστὰ στὴν Εἰκόνα τῆς Παναγίας ποὺ ὑπῆρχε στὸ κελλί, τὸν ἴδιο ὕμνο, συμπληρώνοντάς τον ὡς ἑξῆς : «Ἄξιον ἐστίν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν».
Τότε ὁ νεαρὸς ὑποτακτικὸς μὲ ἀπορία μεγάλη καὶ θαυμασμὸ εἶπε στὸν ξένο μοναχό: «ποτὲ δὲν ἀκούσαμε αὐτὰ τὰ λόγια, οὔτε ἐμεῖς, οὔτε οἱ γέροντες πρὶν ἀπὸ ἐμᾶς» καὶ τὸν παρεκάλεσε νὰ τοῦ γράψῃ τὸν ὕμνο μὲ τὴν συμπλήρωση αὐτὴ γιὰ νὰ τὸν λέγῃ καὶ αὐτὸς μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκείνη τὴν στιγμὴ δὲν ὑπῆρχαν χαρτὶ καὶ μελάνη, ὁ ἄγνωστος ἐπισκέπτης ἐχάραξε τὸν ὕμνο μὲ τὸ δάκτυλο του σὲ μιὰ πέτρινη πλάκα. Τὰ γράμματα ἀποτυπώθηκαν μὲ θαυματουργικὸ τρόπο, σὰν νὰ ἔγραφε πάνω σὲ πηλό. «Ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς μὲ τὰ λόγια αὐτὰ θὰ ψάλλετε τὸν ὕμνο αὐτό» εἶπε, καὶ ἐξαφανίσθηκε.
. Ὅταν ὁ γέροντας ἐπέστρεψε, ἔμαθε, ἀπὸ τὸν ὑποτακτικό του, τὰ ὅσα συνέβησαν, καὶ στὴ συνέχεια ἐνημέρωσε τὸν Πρῶτο τοῦ ἁγίου Ὄρους καὶ τὴν κοινὴ Σύναξη, δείχνοντάς τους τὴν πλάκα. Ὅλοι, ἀφοῦ ἐδόξασαν τὸν Θεὸ καὶ εὐχαρίστησαν τὴν Παναγία, ὡμολόγησαν ὅτι ὁ ἄγνωστος μοναχὸς ἦταν ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, τὸν ὁποῖο ἔστειλε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ ἀποκαλύψῃ στοὺς μοναχούς τὸ πῶς πρέπει νὰ ψάλλεται ὁ ὕμνος αὐτὸς πρὸς τὴν Κυρία Θεοτόκο, τὴν προστάτιδα καὶ Ἔφορο τοῦ ἁγίου Ὄρους. Κατόπιν ἀπεφάσισαν καὶ ἀπέστειλαν τὴν πλάκα στὸν Πατριάρχη καὶ τὸν Αὐτοκράτορα, ἐνημερώνοντάς τους, μὲ ἐπιστολή, τὴν διήγηση τοῦ θαύματος.
. Ἀπὸ τότε, ἡ ἱερὰ Εἰκόνα, ἐνώπιον τῆς ὁποίας συνέβη τὸ θαυμαστὸ γεγονός, ὠνομάσθηκε «ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙΝ». Τὴν μετέφεραν ἀπὸ τὸ κελλίο, ὅπου ἔγινε τὸ θαῦμα, στὸν ἱερὸ Ναὸ τοῦ Πρωτάτου, καὶ τὴν ἐτοποθέτησαν μέσα στὸ ἱερὸ Βῆμα, πίσω ἀπὸ τὴν ἁγία Τράπεζα. Ἡ κοιλάδα στὴ περιοχὴ τῆς ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Παντοκράτορος ἔλαβε τὸ ὄνομα « ἐν τῷ ᾄδειν» καὶ τὸ κελλίο ὅπου συνέβη τὸ θαῦμα «ἄξιόν ἐστιν».
. Ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 10ου αἰῶνος, ὁ ὕμνος ἐπέρασε σὲ λειτουργικὴ χρήση καὶ ψάλλεται καὶ στὴ Θεία Λειτουργία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου μετὰ τὴν ἐκφώνηση «Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας…». Κάθε Δευτέρα τοῦ Πάσχα τελεῖται στὸν ἱερὸ Ναὸ τοῦ Πρωτάτου ὁ Ὄρθρος μὲ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ ἀκολουθεῖ πανηγυρικὴ λιτάνευση τῆς θαυματουργοῦ ἱερᾶς Εἰκόνος στὶς Καρυές.
. Ἡ Εἰκόνα ἔχει διαστάσεις 70,5 Χ 44 cm, χωρὶς τὴν ἀργυρᾶ θήκη ποὺ τὴν περιβάλλει, καὶ πλαισιώνεται ἀπὸ τὴν ἐπιγραφὴ «Μήτηρ Θεοῦ Καρυώτισσα». Σύμφωνα μὲ τοὺς εἰδικοὺς κατασκευάσθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὸ πρότυπο τῆς Παναγίας Ἐλεούσας τοῦ Κύκκου τῆς Κύπρου, ποὺ εἶναι ἔργο τοῦ ἁγίου Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, καὶ ἀπεικονίζει τὴν Θεοτόκο μὲ τὴν μορφὴ ποὺ εἶχε πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμησή της.
ΠΗΓΗ: Ἱ. Μητρ.Θεσσαλονίκης (imth.gr)