Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

OΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ : ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ (22)


22. Ἡ ἕκτη Ἐπιστολή πρός τόν Ἐπίσκοπον τῆς Φιλαδελφείας. Ἡ ἀμοιβή τῆς Ἱεραποστολῆς. Ἡ τριπλῆ ὀνοματοθεσία. (3, 9 – 13)  03/05/81
 
 ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ
9 ἰδοὺ δίδωμι ἐκ τῆς συναγωγῆς τοῦ σατανᾶ τῶν λεγόντων ἑαυτοὺς ᾿Ιουδαίους εἶναι, καὶ οὐκ εἰσίν, ἀλλὰ ψεύδονται· ἰδοὺ ποιήσω αὐτοὺς ἵνα ἥξουσι καὶ προσκυνήσουσιν ἐνώπιον τῶν ποδῶν σου, καὶ γνῶσιν ὅτι ἐγὼ ἠγάπησά σε. 10 ὅτι ἐτήρησας τὸν λόγον τῆς ὑπομονῆς μου, κἀγώ σε τηρήσω ἐκ τῆς ὥρας τοῦ πειρασμοῦ τῆς μελλούσης ἔρχεσθαι ἐπὶ τῆς οἰκουμένης ὅλης, πειράσαι τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς. 11 ἔρχομαι ταχύ· κράτει ὃ ἔχεις, ἵνα μηδεὶς λάβῃ τὸν στέφανόν σου. 12 ῾Ο νικῶν, ποιήσω αὐτὸν στῦλον ἐν τῷ ναῷ τοῦ Θεοῦ μου, καὶ ἔξω οὐ μὴ ἐξέλθῃ ἔτι, καὶ γράψω ἐπ᾿ αὐτὸν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ μου καὶ τὸ ὄνομα τῆς πόλεως τοῦ Θεοῦ μου, τῆς καινῆς ῾Ιερουσαλήμ, ἣ καταβαίνει ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ μου, καὶ τὸ ὄνομά μου τὸ καινόν. 13 ῾Ο ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις.
 

 
ΠΗΓΗ : arnion.gr

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΗ ΟΜΙΛΙΑ : ΕΔΩ

ΠΗΓΗ 


Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

27 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ : ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Απεικόνιση του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου σε μωσαϊκό της Αγίας Σοφίας
    Ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος εκοιμήθη από εξάντληση στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 μ.Χ. κατά τη διάρκεια της τρίτης του εξορίας από την αυτοκράτειρα Ευδοξία και τάφηκε στα Κόμανα του Πόντου. Το σεπτό λείψανό του περίμενε επί τριάντα έτη, θαμμένο στον τόπο της εξορίας και του μαρτυρίου του.
      Όταν όμως το 434 μ.Χ. πατριάρχης εξελέγη ο μαθητής του Άγιος Πρόκλος (βλέπε 20 Νοεμβρίου), παρεκάλεσε τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο να ενεργήσει
τα δέοντα, ώστε το λείψανο του μεγάλου αυτού πατέρα της Εκκλησίας να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Και πράγματι, τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 27 Ιανουαρίου του 438 μ.Χ. έγινε η Ανακομιδή των Ιεωρών Λειψάνων του Αγίου.

ΕΟΡΤΑΖΕΙ ΕΠΙΣΗΣ 13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 

Απολυτίκιο. Ήχος πλ. δ'.
Ή του στόματος σου καθάπερ πυρσός, έκλάμψασα χάρις την οικουμένην έφώτισεν, άφιλαργυρίας τω κόσμω θησαυρούς έναπέθετο, το ύψος ήμίν, της ταπεινοφροσύνης υπέδειξεν. Άλλα σοις λόγοις παιδεύων. Πάτερ Ιωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τω Λόγω Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τάς ψυχάς ημών.


Επί 16 αιώνες συντηρούμενο θαύμα, το άφθαρτο του δέρματος της κεφαλής και το άφθαρτον αριστερό αυτί του Αγίου και η  διαρκής ευωδία της κάρας. Bρίσκεται στην Ι.Μ. Βατοπεδίου

26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ : ΟΣΙΟΥ ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ ΑΡΚΑΔΙΟΥ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΟΥ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ)



Ο Όσιος Ξενοφών κατοικούσε στην Κωνσταντινούπολη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Ιουστίνου Α’ (518 - 527 μ.Χ.) και Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Ήταν πλούσιος συγκλητικός και διακρινόταν για την βαθιά ευσέβειά του προς τον Θεό. Είχε δύο παιδιά, τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη. Μόλις αυτά τελείωσαν τα εγκύκλια γράμματα, τα έστειλε στη Βηρυτό της Φοινίκης, για
να μελετήσουν και να σπουδάσουν τη νομική επιστήμη. Καθ’ οδόν το πλοίο με το οποίο ταξίδευαν ναυάγησε. Διασώθηκαν όμως και μετέβησαν στα Ιεροσόλυμα όπου έγιναν μοναχοί. Οι γονείς τους, Ξενοφών και Μαρία, τους αναζήτησαν και πληροφορήθηκαν ότι διάγουν στην έρημο ασκητικό βίο, δόξασαν τον Θεό και αποταξάμενοι τον κόσμο, ακολούθησαν και αυτοί το μοναχικό βίο. Ο Ξενοφών, η γυναίκα του και τα παιδιά τους πρόκοψαν τόσο πολύ στην αρετή και στη φιλανθρωπία, ώστε τους αξίωσε ο Θεός να επιτελούν και θαύματα. Έτσι η θεία αυτή οικογένεια έζησε θεοφιλώς και κοιμήθηκε με ειρήνη.




Ἀπολυτίκιον 
Ήχος δ'. Ό υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ως γενεά ευλογητή τω Κυρίω, της ουρανίου ηξιώθησαν δόξης, ασκητικώς δοξάσαντες Χριστόν επί της γης. Ξενοφών ο Όσιος, και η τούτου συμβία, συν τοις αριστεύσασιν, ιεροίς αυτών τέκνοις, ους ευφημούντες είπωμεν φαιδρώς χαίροις Οσίων χορεία τετράριθμε.

Ο Άγιος Ξενοφών δεν ονομάζεται μόνο έτσι. Ο κόσμος το λέει και « Άγιο Ξορινό», γιατί είναι ο Άγιος που εξορίζει τα κακά.

Ο βίος και η πολιτεία των τεσσάρων μελών της αγίας αυτής οικογένειας μας δίδουν την αφορμή να κάνουμε κάποιες προεκτάσεις και να τονίσουμε τρία σημεία:
     Πρώτον, ότι τα παιδιά μας είναι δώρα του Θεού. Οι γονείς έτσι πρέπει να τα βλέπουμε και όχι σαν κάτι δικό μας, σαν κτήμα μας που μπορούμε να το κάνουμε ό,τι θέλουμε. Δεν ανήκουν σε μάς, αλλά στον Δημιουργό τους. Εμείς είμαστε διαχειριστές των χαρισμάτων Του. Η αλήθεια αυτή, το ότι δηλαδή ο Θεός δίνει τα παιδιά, φαίνεται καθαρά στην Αγία Γραφή, αλλά και στην καθημερινή ζωή. Πόσα υγιή ανδρόγυνα αδυνατούν να κάνουν παιδιά, παρά το ότι δεν έχουν κανένα απολύτως σωματικό πρόβλημα, αλλά και πόσα άλλα απόκτησαν παιδιά παρά το ότι αυτό ήταν ανθρωπίνως αδύνατο και οι γιατροί το είχαν αποκλείσει. Ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει αυτή την αλήθεια με τρόπο χαρακτηριστικό: “τό τεκείν άνωθεν έχει την αρχήν από της του Θεού προνοίας και ούτε γυναικός φύσις ούτε ανδρός συνουσία ούτε άλλο τι τούτων αύταρκες προς τούτο εστι”. Ο Θεός δημιουργεί και οι γονείς γινόμαστε συνεργάτες του Θεού στο έργο της δημιουργίας. Επομένως, ως δώρα του Θεού να τα αγαπούμε χωρίς να θέλουμε να επιβάλλουμε σε αυτά το θέλημά μας με τρόπο βίαιο. Η ανθρώπινη ελευθερία, το ύψιστο αυτό δώρο του Θεού, δεν πρέπει να παραβιάζεται εν ονόματι της αγάπης. Άλλωστε η αληθινή αγάπη είναι εκείνη που σέβεται και διαφυλάσσει την ανθρώπινη ελευθερία. Τα παιδιά μπορούν να καταλάβουν πότε τους δείχνουμε αληθινή αγάπη και πότε, εν ονόματί της, βγάζουμε τα πάθη και τα απωθημένα μας.
     Δεύτερον, ότι ο γάμος δεν αποτελεί εμπόδιο για την σωτηρία. Υπάρχουν έγγαμοι άγιοι, όπως και μοναχοί ανάξιοι της αποστολής τους και το αντίθετο φυσικά. Και μέσα στην οικογένεια μπορεί να βιώση κανείς τις εντολές του Χριστού και να φτάση στον αγιασμό και την θέωση. Σύμφωνα με την Πατερική διδασκαλία ο γάμος είναι πατήρ αγίων. Αρκεί η ζωή των μελών της οικογενείας να εναρμονίζεται με την ζωή της Εκκλησίας. Τα παιδιά μέσα στον χώρο της Εκκλησίας μαθαίνουν να επικοινωνούν με τον Θεό, αλλά και με τους άλλους ανθρώπους και έτσι αποκτούν κοινωνικότητα. Γίνονται κοινωνικά στοιχεία και αυτό είναι πολύ σπουδαίο, αφού όλοι γνωρίζουμε το πόσο υποφέρει η κοινωνία μας από αντικοινωνικά άτομα. Αποκτούν σωστό προσανατολισμό και την αληθινή σοφία και παιδεία, αφού από μικρά μαθαίνουν τα ιερά γράμματα “τά δυνάμενα σοφίσαι εις σωτηρίαν”.
     Τρίτον, ότι σκοπός της ζωής του ανθρώπου δεν είναι ο γάμος, αλλά η θέωση. Πολλοί λένε ότι σκοπός της ζωής μας είναι ο γάμος. Αλλά και άλλοι υποστηρίζουν ότι για να σωθή κανείς πρέπει να γίνη μοναχός. Σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία και τα δύο είναι λάθος. Ο Θεός ευλόγησε τον γάμο και την αύξηση του ανθρωπίνου γένους με τον τρόπο που γνωρίζουμε, γιατί προέβλεψε την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία. Διαφορετικά ο πολλαπλασιασμός του ανθρωπίνου γένους θα γινόταν με άλλο τρόπο, που ο Θεός γνωρίζει. Αλλά και ο μοναχισμός είναι μέσον και όχι σκοπός της ζωής. Η συνάντηση με τον Θεό επιτυγχάνεται και με τους δύο τρόπους, αρκεί κανείς να ζη ορθόδοξα, να υπακούη στην Εκκλησία και να αγωνίζεται να βιώνη την αληθινή μετάνοια που οδηγεί στην θεραπεία, ήτοι στην κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη, στον φωτισμό του νού και την θέωση.
    Το Ευαγγέλιο του Χριστού είναι ένα για όλους τους ανθρώπους. Η βίωσή του μέσα στην Εκκλησία, με ορθόδοξη καθοδήγηση, οδηγεί στην Θεοκοινωνία.. Στην απόκτηση του αγίου Πνεύματος που ενοποιεί την ύπαρξη, ειρηνεύει και χαροποιεί την καρδιά, αναπαύει την ψυχή και οδηγεί στην σωτηρία.
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ' ΛΟΥΚΑ : ΤΟΥ ΖΑΚΧΑΙΟΥ - ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ - ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ - ΟΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ

 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΠΡΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Α' Δ´ 9 - 15
9 πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος· 10 εἰς τοῦτο γὰρ καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν. 11 Παράγγελλε ταῦτα καὶ δίδασκε. 12 μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ. 13 ἕως ἔρχομαι πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ. 14 μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου. 15 ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν. 


ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
9 Αυτός δε ο λόγος, που σου γράφω, είναι αξιόπιστος και άξιος να γίνη δεκτός με όλην την καρδίαν. 10 Δι' αυτό ακριβώς και ημείς κοπιάζωμεν και γινόμεθα αντικείμενον εμπαιγμών και ειρωνειών, διότι έχομεν τας ελπίδας μας στον ζώντα Θεόν, ο οποίος είναι σωτήρ και τρφοδότης όλων των ανθρώπων, μάλιστα δε σωτήρ των πιστών, στους οποίους χαρίζει την αιωνίαν ζωήν. 11 Αυτά να παραγγέλλης συνεχώς, αυτά που σου γράφω να διδάσκης. 12 Κανείς ας μη προκαταλαμβάνεται και ας μη καταφρονή το νεαρόν της ηλικίας σου, αλλά συ, καίτοι είσαι νέος ακόμη, να γίνης τύπος και παράδειγμα των πιστών στον λόγον σου, εις την συναναστροφήν σου με τους άλλους ανθρώπους, εις την αγάπην που θα δεικνύης προς τους όλους, εις την πνευματικήν ζωήν, εις την φωτισμένην πίστιν, εις την αγνότητα και καθαρότητα της ζωής σου. 13 Εως ότου έλθω να επιδίδεσαι με επιμέλειαν και προσοχήν εις την ανάγνωσιν των Γραφών, εις την παρηγορίαν και νουθεσίαν των πιστών, εις την διδασκαλίαν όλων. 14 Μη αδιαφορής και μη παραμελής το χάρισμα, που υπάρχει εις σε, και το οποίον σου εδόθη με επίθεσιν των χειρών της τάξεως των πρεσβυτέρων, σύμφωνα με προφητικήν αποκάλυψιν εκ μέρους του Θεού. 15 Αυτά, που σου γράφω, να τα μελετάς πάντοτε· μέσα εις αυτά να μένης με την ψυχήν και την διάνοιαν, δια να γίνη έτσι φανερά η πρόοδός σου εις όλους, και να χρησιμεύση ως καλόν παράδειγμα.  

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΘ´ 1 - 10
1 Καὶ εἰσελθὼν διήρχετο τὴν Ἰεριχώ· 2 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, 3 καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. 4 καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι δι’ ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. 5 καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν αὐτόν καὶ εἶπεν πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. 6 καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. 7 καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. 8 σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· Ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. 9 εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν· 10 ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.


ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
 1 Και αφού εισήλθε εις την Ιεριχώ, διέβαινε την πόλιν. 2 Και ιδού υπήρχεν εκεί ένας άνθρωπος, ονόματι Ζακχαίος, και αυτός ήτο αρχιτελώνης και πολύ πλούσιος. 3 Και εζητούσε να ιδή τον Ιησούν, ποίος είναι, και δεν ημπορούσε ένεκα του πολλού πλήθους, διότι αυτός ήτο μικρός κατά το ανάστημα. 4 Και αφού έτρεξε εμπρός, ανέβηκε εις μία συκομορέαν, χωρίς να λογαριάση την θέσιν και την ηλικίαν του, δια να ίδη τον Ιησούν, διότι από τον δρόμον εκείνον θα επερνούσε. 5 Και ο Κυριος αμέσως μόλις έφθασε στον τόπον της συκομορέας, ύψωσε τα μάτια του, τον είδε και είπε προς αυτόν· “Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, διότι σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου”. 6 Και ο Ζακχαίος κατέβηκε γρήγορα και τον υπεδέχθη με μεγάλην χαράν. 7 Και όταν είδαν το γεγονός αυτό, εγόγγυζαν όλοι μεταξύ των και με αγανάκτησιν έλεγαν, ότι εμπήκε να καταλύση στο σπίτι αμαρτωλού ανθρώπου. 8 Εστάθη δε ο Ζακχαίος εμπρός στον Κυριον και του είπε· “Κυριε, ιδού, τα μισά από τα υπάρχοντά μου τα δίδω στους πτωχούς. Και αν τυχόν, σαν τελώνης που είμαι, αδίκησα με ψευδείς μαρτυρίας κάποιον και εισέπραξα περισσότερα, του τα επιστρέφω τετραπλάσια”. 9 Ο Ιησούς ιδών την ειλικρινή μετάνοιαν του Ζακχαίου είπε προς αυτόν ότι “σήμερον στο σπίτι τούτο ήλθε σωτηρία εκ μέρους του Θεού, διότι και αυτός ο αρχιτελώνης είναι απόγονος του Αβραάμ, ο οποίος είχε λάβει από τον Θεόν υποσχέσεις δια την σωτηρίαν των απογόνων του. 10 Διότι ο υιός του ανθρώπου ήλθε να αναζητήση και σώση τον αμαρτωλόν άνθρωπον, που ομοιάζει με το χαμένο πρόβατο”.

ΠΗΓΗ : ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

ΟΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ





Ἡ ἀναζήτησις τοῦ Χριστοῦ. (24-01-82)

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2014

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

20 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ : ΟΣΙΟΥ ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ

 Ο Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας γεννήθηκε στη Μελιτηνή της Αρμενίας το έτος 377 μ.Χ. κατά τους χρόνους της βασιλείας του Γρατιανού (375 - 383 μ.Χ.). Οι γονείς του Παύλος και Διονυσία, ανήκαν σε επίσημη γενιά. Άτεκνοι όντες, αξιώθηκαν να αποκτήσουν παιδί, το οποίο αφιέρωσαν στη διακονία του Θεού στο οποίο και κατά θεία επιταγή έδωσαν το όνομα Ευθύμιος, αφού με την γέννησή του τους χάρισε την ευθυμία, τη χαρά και την αγαλλίαση.
     Σε ηλικία μόλις τριών ετών ο Ευθύμιος έχασε τον πατέρα του. Τότε η χήρα μητέρα του τον παρέδωσε στον ευλαβή Επίσκοπο της Μελιτηνής Ευτρώιο, ο οποίος, μαζί με τους αναγνώστες Ακάκιο και Συνόδιο που έγιναν αργότερα Επίσκοποι Μελιτηνής, τον εκπαίδευσε καλώς και, αφού τον κατέταξε στον
 

ιερό κλήρο, τον τοποθέτησε έξαρχο των μοναστηρίων.
Από τη Μελιτηνή ο Όσιος μετέβη, περί το 406 μ.Χ., στα Ιεροσόλυμα και κλείσθηκε στο σπήλαιο του Αγίου Θεοκτίστου, όπου και ασκήτευε με αυστηρότητα και αναδείχθηκε μοναζόντων κανόνας και καύχημα. Τόσο δε πολύ πρόκοψε στην αρετή, ώστε πολλοί πίστεψαν στον Χριστό. Τα μεγάλα πνευματικά του χαρίσματα γρήγορα τον ανέδειξαν και η φήμη του ως Αγίου απλώθηκε παντού. Γύρω του συγκεντρώθηκαν πάμπολλοι μοναχοί, οι οποίοι τον εξέλεξαν ηγούμενό τους.
     Ο Μέγας Ευθύμιος με την αγιότητα του βίου του συνετέλεσε στο να επιστρέψουν στην πατρώα ευσέβεια πολυάριθμοι αιρετικοί, όπως Μανιχαίοι, Νεστοριανοί και Ευτυχιανοί, που απέρριπταν τις αποφάσεις της Δ' Οικουμενικής Συνόδου. Παντού, στην Αίγυπτο και τη Συρία, επικρατούσαν οι Μονοφυσίτες. Στην Παλαιστίνη όμως, χάρη στην παρουσία του Αγίου Ευθυμίου και των μαθητών του, επικράτησε η Ορθοδοξία. Και όταν ο Όσιος συνάντησε την βασίλισσα Ευδοκία (βλέπε 13 Αυγούστου), η οποία είχε περιπλακεί στα δίκτυα της αιρέσεως των Μονοφυσιτών, τόσο πειστικά και ακαταμάχητα μίλησε προς αυτήν, ώστε την απέδωκε στα ορθόδοξα δόγματα.     Ο Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας είχε λάβει από τον Θεό το προορατικό χάρισμα και τη δύναμη της θαυματουργίας. Με ελάχιστα ψωμιά κατόρθωσε να χορτάσει τετρακόσιους ανθρώπους, που κάποτε την ίδια μέρα τον επισκέφθηκαν στο κελί του. Πολλές γυναίκες που ήταν στείρες, όπως και η δική του μητέρα, με τις προσευχές του Αγίου απέκτησαν παιδί και έζησαν την χαρά της τεκνογονίας. Και όπως ο Προφήτης Ηλίας, έτσι και αυτός προσευχήθηκε στον Θεό και άνοιξε τις πύλες του ουρανού και πότισε με πολύ βροχή τη διψασμένη γη, η οποία και αναζωογονήθηκε και έδωσε πλούσιους τους καρπούς της.
  
 
Ενώ κάποτε τελούσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, οι πιστοί είδαν μία δέσμη φωτός που ξεκινούσε από τον ουρανό και κατερχόταν μέχρι τον Άγιο. Το ουράνιο αυτό φως, παρέμεινε μέχρι που τελείωσε η Θεία Λειτουργία και δήλωνε την εσωτερική καθαρότητα και λαμπρότητα του Αγίου. Επίσης, σημάδι της αγνότητας και της αγιότητάς του αποτελούσε και το γεγονός ότι ήταν σε θέση να γνωρίζει ποιος προσερχόταν να κοινωνήσει με καθαρή ή σπιλωμένη συνείδηση.


Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 473 μ.Χ., σε ηλικία 97 ετών, επί βασιλείας Λέοντος του Μεγάλου.

 Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’.
Εὐφραίνου ἔρημος ἡ σὺ τίκτουσα, εὐθύμησον ἡ οὐκ ὠδίνουσα· ὅτι ἐπλήθυνέ σοι τέκνα, ἀνήρ ἐπιθυμιῶν τῶν τοῦ Πνεύματος, εὐσεβείᾳ φυτεύσας, ἐγκρατείᾳ ἐκθρέψας, εἰς ἀρετῶν τελειότητα. Ταῖς αὐτοῦ ἱκεσίαις, Χριστέ ὁ Θεός, εἰρήνευσον τήν ζωήν ἡμῶν.

ΠΗΓΗ : ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

ΠΟΤΕ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ
























Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ' ΛΟΥΚΑ : Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ - ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ - ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ - ΟΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ
Εγινε κληρικός, το 1436 μ.Χ. και εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Εφέσου.
Ακολούθησε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο στη Φεράρα και τη Φλωρεντία, όπου πραγματοποιήθηκε Σύνοδος για την ένωση της Ανατολικής και της Δυτικής Εκκλησίας. Εκεί ο Μάρκος ανεδείχθη ο θερμότερος και στερεότερος υπέρμαχος της Ορθοδοξίας, αρνούμενος να υπογράψει τον όρο της ψευδοενώσεως, έτσι που όταν ο πάπας Ευγένιος Δ’ (1431 - 1447 μ.Χ.) πληροφορήθηκε την απόφασή του είπε:  
 Μᾶρκος οὐχ ὑπέγραψε, λοιπὸν ἐποιήσαμεν οὐδέν


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Γ´ 4 - 11
4 ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ὑμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. 5 Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, 6 δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, 7 ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· 8 νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· 9 μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ 10 καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, 11 ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός. 



ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
 4 Οταν δε ο Χριστός, που είναι η ζωή και η πηγή της ζωής μας, φανερωθή ένδοξος κατά την δευτέραν παρουσίαν, τότε και σεις μαζή με αυτόν θα φανερωθήτε και θα λάμψετε εν δόξη. 5 Λοιπόν, νεκρώσατε τα μέλη σας, τα μέλη του παλαιού ανθρώπου, που ζητούν γηΐνας αμαρτωλάς απολαύσεις και ηδονάς· νεκρώσατε και διώξτε από τον εαυτόν σας την πορνείαν, την σαρκικήν ακαθαρσίαν, κάθε αμαρτωλόν πάθος, κάθε κακήν επιθυμίαν, που μολύνει τον άνθρωπον και τον ωθεί προς την κακήν πράξιν, και την πλεονεξίαν, η οποία είναι ειδωλολατρία που θεοποιεί και λατρεύει το χρήμα. 6 Δια τα αμαρτήματα αυτά έρχεται και ξεσπάει η οργή του Θεού εναντίον των τέκνων της παρακοής, εναντίον αυτών που επεμένουν αμετανόητοι εις την κακίαν των. 7 Εις τα αμαρτήματα αυτά και σεις είχατε περιπατήσει και παρασυρθή άλλοτε, τότε που εζούσατε μεταξύ αυτών. 8 Τωρα όμως πετάξτε και σεις από πάνω σας όλα αυτά, ακόμη δε και την οργήν, τον θυμόν, την κακότητα και πονηρίαν, την υβρεολογίαν και την αισχρολογίαν από το στόμα σας. 9 Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλον, αφού έχετε αποβάλει πλέον τον παλαιόν άνθρωπον μαζή με τας πονηράς αυτού πράξεις 10 και έχετε ενδυθή τον νέον, ο οποίος συνεχώς ξανακαινουργώνεται, ώστε να προχωρή εις βαθυτέραν γνώσιν του Θεού και να γίνεται συνεχώς τελειοτέραν εικών του Χριστού, ο οποίος τον έκτισεν. 11 Εις την νέαν δε αυτήν κατάστασιν των ανακαινισμένων υπό του Χριστού ανθρώπων, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ Ελληνος και Ιουδαίου, περιτμημένου Ισραηλίτου και απεριτμήτου εθνικού. Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ βαρβάρου, Σκύθου, δούλου, ελευθέρου, αλλά όλα αυτά και εις όλους τους πιστούς είναι ο Χριστός. 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΖ´ 12 - 19
12 καὶ εἰσερχομένου αὐτοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, 13 καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. 14 καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. 15 εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, 16 καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. 17 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; 18 οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; 19 καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. 

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
 12 Και καθώς εισήρχετο εις ένα χωριό, το απήντησαν δέκα λεπροί, οι οποίοι εστάθηκαν από μακρυά, διότι ο μωσαϊκός νόμος διέτασσε να μη πλησιάζουν ποτέ οι λεπροί τους υγιείς. 13 Και αυτοί εφώναξαν δυνατά και είπαν· “Ιησού διδάσκαλε, σπλαγχνίσου μας, ελέησέ μας, δος μας την υγείαν μας”. 14 Και όταν τους είδεν ο Ιησούς τους είπε· “πηγαίνετε και δείξετε το σώμα σας στους ιερείς, δια να βεβαιώσουν αυτοί επισήμως την θεραπείαν σας”. Και καθώς επήγαιναν εκαθαρίσθησαν από την λέπραν. 15 Ενας δε από αυτούς, όταν είδεν ότι εθεραπεύθη, επέστρεψε δοξάζων και ευχαριστών τον Θεόν με μεγάλην φωνήν. 16 Και έπεσε με το πρόσωπον κατά γης κοντά εις τα πόδια του Ιησού, ευχαριστών αυτόν εκ βάθους ψυχής. Και αυτός ήτο Σαμαρείτης. 17 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπε· “δεν εκαθαρίσθησαν και οι δέκα; Οι άλλοι εννέα που είναι; 18 Δεν εθεώρησαν καθήκον των να επιστρέψουν και να δοξάσουν τον Θεόν, εκτός από αυτόν που δεν είναι Ιουδαίος, αλλά κατάγεται από άλλο γένος;” 19 Και είπεν εις αυτόν· “σήκω και πήγαινε, η πίστις σου εκτός από την θεραπείαν του σώματος, σου έχει δώσει και την σωτηρίαν της ψυχής σου”. (Η ευγνωμοσύνη μας προς τον Θεόν μας κάνει αξίους ακόμη μεγαλυτέρων δωρεών εκ μέρους του). 
ΠΗΓΗ : ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

ΟΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ





Οἱ Δέκα Λεπροί (15-01-84)

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

18 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ : ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ - ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

 
«Ἀθανάσιον ἐπαινῶν, ἀρετήν ἐπαινέσομαι», (ἐπαινώντας τόν Ἀθανάσιο θά ἐπαινέσω τήν ἀρετή) γράφει γιά τόν σπουδαῖο αὐτό Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, συνεχίζοντας λίγο παρακάτω: «Ἀρετήν δέ ἐπαινῶν, Θεόν ἐπαινέσομαι» (ἐπαινώντας τήν ἀρετή, θά ἐπαινέσω τόν Θεό). Δέν εἶναι ἄλλωστε τυχαῖο ὅτι ἡ ἱστορία χάρισε στόν χαρισματικό αὐτό ἅγιο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας τόν τίτλο «Μέγας», μέ τό ὁποῖο τόν ἀποκαλοῦμε ὅλοι μέχρι σήμερα. Ὅ,τι γνωρίζουμε γιά αὐτόν, μᾶς τό ἔχει διασώσει κυρίως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ὁποῖος καταγράφει τή βιογραφία τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου κατά τό παράδειγμα τοῦ δευτέρου, πού μᾶς διέσωσε τή βιογραφία τοῦ δασκάλου του, τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου.

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος εἶχε τό προνόμιο νά γεννηθεῖ ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς -ὅπως μαρτυρεῖ ἡ χριστιανική ἀνατροφή του- στήν πόλη τῆς Ἀλεξάνδρειας τό 295 μ.Χ. Ἡ Ἀλεξάνδρεια ἦταν τά χρόνια ἐκεῖνα τό ἐπιστημονικό κέντρο τοῦ κόσμου. Ταυτόχρονα ἦταν σημαντικό κέντρο τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀφοῦ σήμερα γνωρίζουμε ὅτι ἐκεῖ κατέφυγε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καί ἡ πρώτη ἐκκλησία τῶν Ἰεροσολύμων μετά ἀπό διωγμό. Εἶναι ἡ Ἐκκλησία πού καυχᾶται ὅτι ἔχει ὡς πρῶτο της ἐπίσκοπο τόν συνεργάτη τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, Ἀπόστολο Μάρκο, τόν Εὐαγγελιστή. Σ’ αὐτήν τήν εὐλογημένη πόλη, πού συνδέθηκε μέ τήν ἱστορία τοῦ ἴδιου τοῦ Εὐαγγελίου, ἔζησε τά πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς του. Δυστυχῶς δέ γνωρίζουμε πολλά γιά τά παιδικά του χρόνια. Τό σίγουρο εἶναι ὅτι ἀπό μικρός ἔλαβε πολύ καλή μόρφωση, ὅπως μαρτυροῦν τά ἔργα του. Ἡ λαμπρότερη, ὅμως, πνευματική κατάκτησή του ἦταν ἡ γνώση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στήν ἀλήθεια τῆς ὁποίας ὑπέταξε καί τή γενικότερη πλούσια μόρφωσή του. Ἀπό μικρή ἡλικία ἐντρυφοῦσε στή μελέτη της καί σύντομα εἶχε φτάσει νά μελετήσει σέ τέτοιο βάθος τήν Καινή καί τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅσο δέν κατάφεραν νά ἐμβαθύνουν σέ μία ἀπό αὐτές ἄλλοι σπουδαῖοι ἐκκλησιαστικοί Πατέρες καί συγγραφεῖς. Ἡ Ἁγία Γραφή στάθηκε τό ἐφόδιο καί τό ὅπλο του στήν ἀνάδειξή του σέ μιά ἀπό τίς μεγαλύτερες προσωπικότητες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας καί σίγουρα στή σπουδαιότερη τῆς ἐποχῆς του. Τό θεόπνευστο κείμενο δέν εἶχε μόνο ἀποτυπωθεῖ στό νοῦ του, ὥστε νά τό γνωρίζει «ἀπ’ ἔξω» ὅπως λέμε σήμερα. Εἶχε σφραγίσει τήν ἴδια τήν καρδιά του, φώτιζε τό δρόμο του, ἐξαγίαζε τή δυνατή σκέψη του, ὥστε νά χρησιμοποιεῖ κάθε του προτέρημα μόνο γιά τό καλό καί τήν πνευματική οἰκοδομή τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῆς Ἐκκλησίας.

Ἔτσι, ὁ Ἀθανάσιος ζοῦσε κατά τά πρότυπα τῶν Ἁγίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων οἱ ὁποῖοι μέ τή ζωή τους τάχθηκαν ὑπέρ τῆς ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ καί τά θυσίασαν ὅλα γιά χάρη της. Αὐτούς τούς ἀνθρώπους εἶχε ἀπό τήν νηπιακή ἡλικία ὡς πρότυπά του. Τό παράδειγμά τους κατεύθυνε τή ζωή του. Ὅπως τολμᾶ,  μάλιστα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος νά σχολιάσει κάποιους ἀπό αὐτούς, λίγο τοῦ ἔμενε νά τούς φτάσει, ἄλλους ὅμως τούς ξεπέρασε κιόλας «τῶν δέ μικρόν ἀπελείφθη, ἔστι δέ οὕς καί ὑπερέχεν, εἰ μή τολμηρόν εἰπεῖν». Ὅσους ἦταν σπουδαῖοι στό λόγο καί στό κήρυγμα τῆς ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ τούς ξεπέρασε στήν πράξη, ἐνῶ ἐκείνους πού εἶχαν νά ἐπιδείξουν μιά φωτεινή ζωή τούς νίκησε μέ τά κείμενά του, ἐπιχειρηματολογεῖ ὁ βιογράφος του.



Γιά νά μή νομίσει ὁ ἀναγνώστης ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι ὑπερβολικά, εἶναι χαρακτηριστική ἡ διήγηση πού σώζεται, ἀπό τίς λίγες δυστυχῶς, γιά τά παιδικά του χρόνια. Ὁ μικρός Ἀθανάσιος, μιμούμενος τίς ἁγίες μορφές πού προαναφέραμε, λαχταροῦσε νά διδάξει τή χριστιανική πίστη καί σέ ἄλλα παιδιά τῆς ἡλικίας του, πού δέν εἶχαν τήν τύχη νά γεννηθοῦν σέ χριστιανικές οἰκογένειες, ὅπως αὐτός, καί ἀγνοοῦσαν παντελῶς τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, παρά τό μικρό τῆς ἡλικίας του, ὀργάνωνε κατηχητικές ὁμάδες καί δίδασκε τούς συνομηλίκους του. Καί δέ σταματοῦσε ἐκεῖ. Μέ τήν ἀφέλεια πού διακατέχει τά παιδιά τῆς μικρῆς ἡλικίας, ὁδηγοῦσε τούς συνομηλίκους στό βάπτισμα! Τούς συγκέντρωνε στό ποτάμι καί ἐκεῖ τελοῦσε τό βάπτισμά τους. Τό περιστατικό αὐτό στάθηκε ἀφορμή τῆς γνωριμίας του μέ τόν τότε ἐπίσκοπο καί ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας μας Ἀλέξανδρο. Παρακολουθώντας, συμπτωματικά, ὁ Πατριάρχης τῆς πόλης ἀπό τό παράθυρό του τά παιδιά πού «ἔπαιζαν» δίπλα στό ποτάμι, παρατήρησε ὅτι δέν ἐπρόκειτο γιά ἕνα τυχαῖο παιχνίδι, ἀλλά γιά ἀναπαράσταση βάπτισης. Κάλεσε, λοιπόν, τά παιδιά κοντά του γιά νά διαπιστώσει τί πραγματικά συνέβαινε. Ἔμεινε ἔκπληκτος ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι δέν ἔπαιζαν, ὅπως νόμιζε, ἀλλά πράγματι τελοῦσαν βάπτιση! Τοῦ ὑπέδειξαν μάλιστα ὡς κατηχητή καί «ἱερέα» τους τό φίλο τους Ἀθανάσιο. Ἀκόμη μεγαλύτερη ἦταν ἡ ἔκπληξη τοῦ ἁγίου ἐπισκόπου ὅταν, μετά ἀπό σοβαρή συζήτηση μαζί τους, ἐξακρίβωσε ὅτι ὁ μικρός Ἀθανάσιος εἶχε κατηχήσει μέ σοφία πεπειραμένου κατηχητῆ τά παιδιά τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἦταν ἄξιο θαυμασμοῦ ὅτι τά παιδιά αὐτά γνώριζαν μέ ἀκρίβεια τίς ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς πίστης, ἀπαντοῦσαν σωστά σέ ὅλα τά ἐρωτήματα πού τούς τέθηκαν καί ἐπιθυμοῦσαν ὅλα, ὄχι ἁπλῶς νά παίξουν ἀλλά νά λάβουν πράγματι τό ἅγιο βάπτισμα. Ἐκεῖνο, ὅμως, πού πραγματικά ἄφησε ἄφωνο τόν Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρο ἦταν ὅτι ὁ μικρός Ἀθανάσιος ἀκολούθησε ἐπακριβῶς τό τυπικό τοῦ μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος, χωρίς νά παραλείψει ἤ νά ἀλλοιώσει κάποια εὐχή ἤ νά παραλείψει τό ἐλάχιστο ἀπό τό συγκεκριμένο μυστήριο. Δοξάζοντας τόν Θεό ὁ ἐπίσκοπος, θεώρησε ἔγκυρο τό βάπτισμα ἐκεῖνο, ὡς βάπτισμα κανονικά τελεσθέν ἀπό ἤδη βαπτισμένο Χριστιανό, καί πρόσθεσε μόνο τή σφαγίδα τοῦ Χρίσματος στούς μικρούς νεοφώτιστους τοῦ Ἀθανασίου. Ἔκτοτε δέν παρέλειπε νά δείχνει φανερό ἐνδιαφέρον γιά τή μόρφωση καί τήν γενικότερη πρόοδο τοῦ Ἀθανασίου καί πολύ γρήγορα τόν κατέστησε, ὄχι ἄδικα, τό «δεξί του χέρι».

Στά νεανικά του χρόνια ὁ Ἀθανάσιος, νιώθωντας ἔντονη δίψα γιά ἀκόμη ἀνώτερη χριστιανική ζωή, κατέφυγε στήν ἔρημο, ὅπου ἀσκήτευε ὁ Μέγας Ἀντώνιος. Παρακολούθησε ἀπό κοντά τή ζωή του καί τούς ἀνύσταχτους ἀγῶνες του στόν πόλεμο κατά τοῦ διαβόλου, διδάχθηκε ἀπό τήν ἀσκητική ἐμπειρία του καί βίωσε τήν ἔκφραση τῆς ἀπόλυτης ἀγάπης πρός τόν Χριστό. Ἀπό τότε καί στό ἑξῆς, καθ’ ὅλο τό διάστημα τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, ὁ Ἀθανάσιος κατέφευγε στή φωτισμένη καθοδήγησή του καί στίς ἀκριβές συμβουλές τοῦ ἁγίου ἀσκητῆ.  Ἀλλά καί ὁ Μέγας Ἀντώνιος τόν ἐκτιμοῦσε βαθύτατα καί διέβλεπε τή γνήσια προσήλωση πρός τόν Θεό πού χαρακτήριζε τόν νεαρό Ἀθανάσιο. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἀργότερα, πρίν τό θάνατό του, ὁ Μέγας Ἀντώνιος τοῦ ἀφησε ὡς ἐνθύμιο μία ἀπό τίς δύο μηλωτές του. Γιά νά μή σβηστοῦν ἀπό τή λήθη τά ἀσκητικά παλαίσματά του, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος φρόντισε νά καταγράψει μέ τήν, κατά τό δυνατόν, μεγαλύτερη λεπτομέρεια τή βιογραφία τοῦ πνευματικοῦ του διδασκάλου, ὥστε νά καθοδηγηθοῦν καί ἄλλοι ἄνθρωποι στήν πορεία τῆς δικῆς τους πνευματικῆς ζωῆς ἀπό τήν πείρα τοῦ κορυφαίου ἐρημίτη. Αὐτή ἡ βιογραφία εἶναι καί ἡ πρώτη πού καταγράφηκε καί ἀποτέλεσε τό πρότυπο γιά τή σύνταξη ἄλλων παρόμοιων ἔργων πρός οἰκοδομή καί ὠφέλεια τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Φυσικό ἦταν γιά τόν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρο, πού ὅπως προείπαμε μέ φανερό ἐνδιαφέρον παρακολουθοῦσε τήν πνευματική ἐξέλιξη τοῦ νεαροῦ Ἀθανασίου, νά θέλει νά τόν ἔχει κοντά του στό Πατριαρχεῖο. Ἕνας τέτοιος φωτισμένος καί βαθειά καταρτισμένος νέος ἦταν ἀκριβῶς ὅ,τι χρειαζόταν ὁ Πατριάρχης. Γιά αὐτό καί τόν χειροτόνησε διάκονο. Κατά τήν περίοδο αὐτή τῆς διακονίας τοῦ Ἀθανασίου ἔκανε τήν ἐμφάνισή του ὁ Ἄρειος, ὁ ὕπουλος αὐτός ἐχθρός τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἄρειος ἦταν ἕνας ἐκ τῶν πλέον γνωστῶν πρεσβυτέρων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξάνδρειας, πού μάγευε τούς ἀκροατές μέ τά κηρύγματά του. Ἔχοντας πλούσιο, λοιπόν, τό χάρισμα τοῦ λόγου, μέ ἔπαρση διακήρυττε ὅτι τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ πού ἔγινε στή συνέχεια ἄνθρωπος γιά μᾶς, δέν εἶναι Θεός ἀλλά κτίσμα, δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Τόν χαρακτήριζε «ὁμοιούσιο», παρόμοιο δηλαδή ὡς πρός τήν οὐσία μέ τόν Πατέρα, κι ὄχι «ὁμοούσιο», τῆς ἴδιας δηλαδή οὐσίας, ἰσότιμο κατά πάντα μέ τόν Πατέρα, ὅπως μᾶς δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός καί ἐπανέλαβαν οἱ ἅγιοι Ἀποστολοι τῆς Ἐκκλησίας. Γιά τό λόγο αὐτό καί συμπερασματικά ἐπαναλάμβανε τή φράση «ἦν ποτέ ὅτε οὐκ ἦν», δηλαδή ὅτι ὑπῆρχε χρόνος κατά τόν ὁποῖο δέν ὑπῆρχε ὁ Χριστός, ἀφοῦ δημιουργήθηκε ὅπως δημιουργηθήκαμε κι ἐμεῖς, μόνο πού ἡ δημιουργία του συντελέστηκε νωρίτερα ἀπό τή δική μας. Ἡ βλάσφημη αὐτή διδασκαλία –παρόμοια μέ αὐτή πού ἔχουν σήμερα οἱ μάρτυρες τοῦ Ἱεχωβᾶ- ἐπηρέασε πολύ κόσμο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἐξάλλου, ὅπως προαναφέρθηκε, ὁ ἱερέας Ἄρειος εἶχε μεγάλη φήμη γιά τή θεολογική του κατάρτιση καί ἦταν χαρισματική φυσιογνωμία, κάτι πού δυστυχῶς ἐκμεταλλεύτηκε πρός ἄγραν ὁπαδῶν του, ἀντί γιά τήν ἀνάδειξη τῆς ἀποστολικῆς ἀλήθειας.

Ὁ Κύριος τῆς Ἐκκλησίας, ὅμως, δέν ἐπρόκειτο νά ἀφήσει τό ψέμα νά μονοπωλήσει. Ἀκριβῶς σ’ αὐτή τήν κρίσιμη μάχη τῆς Ἐκκλησίας καλεῖ τό στρατιώτη του Ἀθανάσιο νά ὑπερασπιστεῖ τήν ἀλήθεια. Ὁ διάκονος τότε Ἀθανάσιος συμμετέχει στίς τοπικές συνόδους πού συγκροτήθηκαν ἀρχικά στήν Ἀλεξάνδρεια γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς καινοφανοῦς διδασκαλίας. Ἡ βαθύτατη γνώση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ἡ ἀκριβής συναίσθηση τῆς ἀποστολικῆς παράδοσης εἶναι στοιχεῖα τοῦ διακόνου Ἀθανασίου πού δέν μποροῦν νά μείνουν στήν ἀφάνεια, ἀλλά τόν ἀναδεικνύουν κορυφαῖο θεολόγο. Αὐτό ἀκριβῶς ἐκτιμᾶ καί ὁ Πατριάρχης Ἀλέξανδρος καί –παρά τό νεαρό τῆς ἡλικίας του- τόν ἐπιλέγει στή συνοδεία του ὡς γραμματέα του κατά τίς ἐργασίες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού ἔλαβε χώρα στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας, μιά πόλη ὄχι πολύ μακριά ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, τό 325 μ.Χ.  Ἐκεῖ ὁ Ἀθανάσιος ἀναδείχθηκε ἡ ψυχή τῆς Συνόδου. Ὄντας καταρτισμένος, μέ δυναμισμό ἀλλά καί ταπεινή προσήλωση στήν ἀλήθεια πού παρέδωσε ὁ Χριστός καί οἱ Ἀπόστολοι, ὑποστήριξε μέ ὅλη του τή δύναμη τήν ἀλήθεια τῆς ὁμοουσιότητας τοῦ Υἱοῦ, ὅπως ἀκριβῶς μαρτυροῦμε καί σήμερα στό «Σύμβολο τῆς Πίστεως». Παρότι ἦταν ἁπλός διάκονος, ἡ θέση του στίς συζητήσεις ἦταν τέτοια ὥστε ὅλοι οἱ παρόντες τόν ἐτίμησαν καί οἱ μεταγενέστεροι τόν ἐπευφήμησαν.

Κατά τή διάρκεια τῆς Συνόδου αὐτῆς, τόν Ἀπρίλιο τοῦ 328, ἀπεβίωσε ὁ Πατριάρχης Ἀλέξανδρος. Ὅλοι οἱ πιστοί τῆς Ἀλεξάνδρειας ἐπιθυμοῦσαν νά δοῦν τό τριαντατριάχρονο ἁγνό παλικάρι τοῦ Χριστοῦ πού ἀναδείχθηκε ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας καί ὑπερασπιστής τῆς ἀλήθειας, ὄχι ἁπλῶς νά στέκεται μπροστά στό θεῖο θυσιαστήριο ὡς ἐκπρόσωπός τους, ἀλλά νά τόν καμαρώσουν Πατριάρχη στό θρόνο τοῦ ἁγίου Εὐαγγελιστῆ Μάρκου. Ἡ ἀνάδειξή του σέ Πατριάρχη μάλιστα δέν ἔγινε ἀπό τούς ἐπισκόπους τῆς Αἰγύπτου, ἀλλά ἀπό τόν ἴδιο τό λαό πού τήν ἐποχή ἐκείνη εἶχε ἐνεργό δράση στά ἐκκλησιαστικά πράγματα. Καυστικός εἶναι, ἐν προκειμένῳ, ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ  Θεολόγου: «Οὕτω μέν οὖν καί διά ταῦτα, ψήφῳ τοῦ λαοῦ παντός, οὐ κατά τόν ὕστερον νικήσαντα πονηρόν τύπον, οὐδέ φονικῶς καί τυραννικῶς, ἀλλ’ ἀποστολικῶς καί πνευματικῶς, ἐπί τόν Μάρκου θρόνον ἀνάγεται, οὐχ ἧττον τῆς εὐσεβείας, ἤ τῆς προεδρίας διάδοχος».  Ὁ ἴδιος ἅγιος μάλιστα, ἐπαινώντας τήν ἱερατική του δράση τόν συγκρίνει μέ ἄλλους ἱερεῖς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πού, ὅπως γράφει, εἰσέρχονται στήν ἱεροσύνη χωρίς ἐφόδια, ἀλλά ἀδαεῖς, καθώς εἶναι ,γίνονται ταυτόχρονα μαθητές καί δάσκαλοι καί, πρίν ἀκόμη καθαρίσουν τόν ἑαυτό τους ἀπό τά πάθη τους, προβαίνουν στήν κάθαρση τῶν ἄλλων. Καί συνεχίζει ὁ Θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας ἐπί μακρόν στηλιτεύοντας ἐκείνους πού ἦταν «χθές ἱερόσυλοι, καί σήμερον ἱερεῖς· χθές τῶν ἁγίων ἔξω (μακριά δηλαδή ἀπό τά μυστήρια) καί μυσταγωγοί σήμερον… οἵ, ὅταν πάντα διεξέλθωσι βιαζόμενοι, τελευταῖον τυραννοῦσι καί τήν εὐσέβειαν».



Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὡς γνήσιος ποιμένας, ἀκολουθώντας τό πρότυπο τοῦ ἀρχιποιμένα Χριστοῦ, ἀνεβαίνει στόν Πατριαρχικό θρόνο ἀντιμετωπίζοντάς τον ὄχι ὡς τιμή, ἀλλά ὡς τόν προσωπικό του Γολγοθᾶ. Σηκώνει μέ κάθε κόστος τό σταυρό τῆς ἀλήθειας, ὁ ὁποῖος ἀποδείχθηκε βαρύς γιά τόν ἀγωνιστή Πατριάρχη. Τό μέτωπο πού ἔχει νά ἀντιμετωπίσει εἶναι πολύπλευρο. Τά καθημερινά προβλήματα τῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους σπεύδει νά συμπαρασταθεῖ μέ κάθε τρόπο σάν φιλόστοργος πατέρας, εἶναι πολλά. Ἀναγκάζεται νά γίνει «τοῖς πᾶσι τά πάντα» (Α΄ Κορ. 9,22). Ἔτσι, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος, στό πρόσωπό του οἱ μοναχές βρίσκουν τό νυμφαγωγό, οἱ ἔγγαμοι τό σωφρονιστή, οἱ ἐρημίτες τόν ἀναπτερωτή, οἱ ἄνθρωποι τῆς κοινωνίας τό νομοθέτη, οἱ χῆρες τόν προστάτη, οἱ ὀρφανοί τόν πατέρα, οἱ ἀσθενεῖς τό ἰατρό, οἱ ὑγιεῖς τό φύλακα τῆς ὑγείας. Κυρίως, ὅμως, πονᾶ καθώς βλέπει τό ποίμνιό του νά ἄγεται καί νά φέρεται ἀπό τίς αἱρετικές διδασκαλίες. Πρώτιστη εὐθύνη του εἶναι, πρίν ἀκόμη ἀπό ὁποιοδήποτε κήρυγμα, νά προβάλλει τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του ὡς πρότυπο ζωῆς, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων. Ἔτσι, ὡς Πατριάρχης, χαρακτηριζόταν ἀπό ὑψηλά ἔργα καί ταπεινό φρόνημα, ὅπως σχολιάζει γιά ἄλλη μιά φορά ὁ βιογράφος του. Ἡ ἀρετή του ἦταν ἀπρόσιτη, ἀλλά ὁ ἴδιος παρέμενε κατά πάντα προσιτός στήν καθημερινότητά του. Γλυκύς στούς λόγους του καί ἀκόμη περισσότερο γλυκύς στούς τρόπους του, συνδύαζε τήν πραότητα μέ τή σοβαρότητα καί τήν αὐστηρότητα, ὅπου αὐτό ἦταν ἀπαραίτητο. Κάθε στιγμή τῆς ζωῆς του τή μετέτρεπε σέ ἠχηρή καί πολύτιμη διδασκαλία πρός ὅλους.
Ἡ φροντίδα γιά νά ἀνταποκριθεῖ στίς καθημερινές καί τίς πνευματικές ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου του, δέν τόν ἀφήνει ἥσυχο. Ὀργώνει ὁλόκληρη τήν ἐπαρχία του, γιά νά βρεθεῖ κοντά στό ποίμνιό του, νά ἀφουγκραστεῖ τά προβλήματά του καί νά ἐνισχύσει στήν ὀρθόδοξη πίστη. Κατά τή διάρκεια τέτοιας διακονίας του δέν παρέβλεψε τήν ἔκκληση τοῦ Φρουμέντιου, πού οἱ συγκυρίες τῆς ζωῆς του τόν ἔριξαν στή χώρα τῶν Αἰθιόπων, γιά ὀργανωμένη ἱεραποστολική δράση πρός τή γειτονική Ἀφρικανική χώρα. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἀναγνωρίζοντας τό ζῆλο τοῦ Φρουμέντιου γιά τή διάδοση τῆς Χριστιανικῆς πίστης, τόν χειροτόνησε ἐπίσκοπο Αἰθιοπίας, τοῦ ἐξασφάλισε ὅσα μέσα πνευματικά καί ὑλικά ἦταν ἀπαραίτητα καί μέ ἄγρυπνο ἐνδιαφέρον παρακολουθοῦσε τήν ἔκβαση τῆς ἱεραποστολικῆς δράσης πρός τούς Ἀφρικανούς, ἕτοιμος πάντα νά συμπαρασταθεῖ μέ κάθε τρόπο.

Ὡς λάτρης τῆς ἀποστολικῆς παράδοσης, ὑποφέρει καθώς βλέπει τήν ἄγνοια τῶν χριστιανῶν γιά τό ἀγαπημένο του βιβλίο, τήν Ἁγία Γραφή, γιά τήν ὁποία καί ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ὁ διδάσκαλός του, διαρκῶς μιλοῦσε στούς μαθητές του. Γνωρίζει ἐκ πείρας πλέον, πώς αὐτή ἡ ἄγνοια τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι πού γεννᾶ τίς αἱρέσεις, πού ἀπομακρύνει τούς ἀνθρώπους ἀπό τό Θεό, πού προκαλεῖ ὅλα τά δεινά στήν Ἐκκλησία, ὅπως κατ’ ἐπανάληψη θά διακηρύξει καί μετά ἀπό αὐτόν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἀποστέλλει, λοιπόν, ἐγκύκλιο ἐπιστολή του (πρόκειται γιά τή ΛΘ΄ Ἑορταστική Ἐπιστολή), ὄχι μόνο πρός τή διοικητική του περιφέρεια, ἀλλά πρός ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ὅπου κι ἄν βρίσκονται –γιά τό λόγο αὐτό πρόκειται γιά ἐπιστολή πού εἶχε κύρος συνόδου τήν ἐποχή ἐκείνη- μέ θέμα τόν Κανόνα τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Ἄς μᾶς ἐπιτρέψει ἐδῶ ὁ ἀναγνώστης νά κάνουμε μιά μικρή παρένθεση γιά νά διευκρινίσουμε τό τόσο καθοριστικό θέμα γιά τήν ἀλήθεια τῆς πίστης μας. «Κανόνα τῆς Ἁγίας Γραφῆς» ὀνομάζουμε τόν κατάλογο τῶν γνήσιων βιβλίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς, πού εἶναι θεόπνευστα. Δυστυχῶς, ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τῶν Ἀποστόλων, ὑπῆρξαν ἄνθρωποι πού ἔγραφαν κείμενα νοθευμένα μέ τίς δικές τους διδασκαλίες ἤ φανταστικές ἱστορίες καί –γιά νά γίνουν αὐτά ἀποδεκτά ἀπό τούς πιστούς- τά ὑπέγραφαν ψευδῶς, χρησιμοποιώντας τό ὄνομα κάποιου Ἀποστόλου. Κάποια ἀπό τά κείμενα αὐτά εἶναι γραμμένα ἀπό αἱρετικούς, πού χύνουν μέσα σ’ αὐτά τό πνευματικό τους δηλητήριο γιά νά ἐξυπηρετήσουν τούς σκοπούς τους καί ἄλλα εἶναι μυθώδη καί βλάσφημα. Ὑπῆρξε πολύ μεγάλος ἀριθμός τέτοιων κειμένων, κάποια ἀπό τά ὁποῖα χάθηκαν ἐντελῶς στό πέρασμα τῶν αἰώνων καί σήμερα τά ἀνακαλύπτουν οἱ ἀρχαιολόγοι. Παρά τήν ἀρχαιολογική τους ἀξία στή μελέτη τῶν αἱρέσεων τῆς ἐποχῆς, δέν ἔχουν καμία ἀπολύτως ἀξία γιά τήν πίστη μας, ἀντίθετα πολλές φορές μποροῦν νά ἀποβοῦν καί ἐπιζήμια γιά τούς ἀνθρώπους ἐκείνους πού δέν ἔχουν τήν ἀνάλογη θεολογική κατάρτιση. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, λοιπόν, διευκρίνισε ποιά βιβλία εἶναι γνήσια καί θεόπνευστα. Τή διδασκαλία του αὐτή στήριξε ὄχι στίς προσωπικές του ἐκτιμήσεις, ἀλλά στήν ἴδια τήν ἀποστολική παράδοση.  Γιά τό λόγο αὐτό τονίζει ὅτι τά γνήσια βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί μόνον αὐτά ὀφείλουν οἱ Χριστιανοί νά ἔχουν ὡς πνευματική τροφή τους. Τά ὑπόλοιπα, πού ὀνομάστηκαν ἀπόκρυφα, ἐπειδή οἱ συγγραφεῖς τους ἀπευθύνονταν σέ λίγους καί «ἐκλεκτούς» καυχόμενοι ὅτι ἄντλησαν τά γραφόμενά τους ἀπό πηγές πού εἶναι κρυμμένες ἀπό τόν πολύ κόσμο, δέν ἔχουν καμία θέση στά χέρια τοῦ πιστοῦ πού εἶναι μέλος τοῦ Χριστοῦ «ὅς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. 2,4).

Ὅπως εἶναι φυσικό, ἡ δράση του αὐτή ἐξόργισε τούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας.  Οἱ ὁμάδες τῶν αἱρετικῶν δέν μποροῦσαν νά τά βάλουν μέ ἕνα τόσο σπουδαῖο καί ἅγιο ἡγέτη, ὅπως ὁ Ἀθανάσιος. Κατά τήν πάγια τακτική τους, ἀρχίζουν σφοδρό καί ὕπουλο πόλεμο, αὐτό τῶν συκοφαντιῶν καί τῆς δυσφήμισης. Διαδίδουν, λοιπόν, ὅπως διασώζει ὁ Θεοδώρητος στήν Ἐκκλησιαστική του Ἱστορία, ἀσύστολα ψεύδη γιά οἰκονομικές καταχρήσεις καί, ὅταν αὐτές οἱ κατηγορίες ἀνασκευάζονται ἀπό τά ἴδια τά πράγματα, τότε ἐπινοοῦν πολλές ἄλλες, ἐκ τῶν ὁποίων οἱ σημαντικότερες εἶναι οἱ ἑξῆς: α) Κατηγοροῦν τόν Ἀθανάσιο ὅτι φόνευσε τόν ἐπίσκοπο Ὑψηπολιτῶν Ἀρσένιο καί χρησιμοποιοῦσε τό κομμένο χέρι τοῦ τελευταίου γιά μαγεῖες. β) Δωροδοκοῦν γυναίκα νά διαδίδει ὅτι βιάστηκε ἀπό τόν Ἀθανάσιο μέσα στό σπίτι της.

Ὁ αὐτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος καλεῖ Σύνοδο στήν Τύρο γιά νά ἐξεταστοῦν ὅλες αὐτές οἱ σοβαρές κατηγορίες πού ἐκκρεμοῦσαν ἐναντίον τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας. Ἐκεῖ ἀποδεικνύεται περίτρανα ἡ ἀθωότητα τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, ὅσον ἀφορᾶ τίς δῆθεν οἰκονομικές καταχρήσεις. Πῶς, ὅμως, θά μποροῦσε νά ἀποδείξει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὅτι δέν θανάτωσε τόν ἐπίσκοπο Ἀρσένιο ἤ ὅτι εἶναι ἠθικά ἀκέραιος, τή στιγμή πού δέν ὑπῆρχαν μάρτυρες; Οἱ ἐχθροί του, τυφλωμένοι ἀπό τό μίσος ἐναντίον τοῦ Ἀθανασίου, εἶχαν κάνει ἕνα μεγάλο λάθος. Εἶχαν ἀποκρύψει ὅτι στήν πραγματικότητα ὁ Ἀρσένιος ἦταν ἐν ζωῇ. Ὁ Ἀθανάσιος τό ἀνακάλυψε. Ἀντί ἄλλης ἐπιχειρηματολογίας, ἀφοῦ τούς ἄφησε νά χύσουν ὅλο τό δηλητήριο ἐναντίον του, παρουσίασε ξαφνικά, κατά τή διάρκεια τῆς Συνόδου, τό ζωντανό Ἀρσένιο. Οἱ ἐχθροί του, πού σέ καμία περίπτωση δέν περίμεναν τέτοια ἐξέλιξη, δέν πίστευαν στά μάτια τους. Δείχνοντας μάλιστα καί τά δύο χέρια τοῦ τελευταίου, σχολίασε ὁ κατηγορούμενος Ἀθανάσιος: Ἀς μή ζητᾶ κανείς ἄλλο χέρι, διότι κάθε ἄνθρωπος ἔλαβε δύο μόνον χέρια ἀπό τό Θεό!

Ἀφήσαμε τελευταία τήν περίπτωση τῆς ἀνασκευῆς τῆς κατηγορίας τοῦ βιασμοῦ, γιατί ἐκτός ἀπό τήν καταισχύνη τῶν αἱρετικῶν, μαρτυρεῖ τήν εὐφυΐα τοῦ ἁγίου Πατρός. Ἡ γυναίκα πού ἐπέλεξαν γιά τό ρόλο αὐτό δέ γνώριζε οὔτε ἐξ ὄψεως τόν Πατριάρχη. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, μικρόσωμος καί ἀδύνατος καθώς ἦταν, ἐπέλεξε νά ἔχει δίπλα του κατά τή διάρκεια τῆς ἐκδίκασης τῆς ὑπόθεσης τόν ἐμφανίσιμο καί ἐπιβλητικό -ὡς πρός τό παρουσιαστικό του- πρεσβύτερο Τιμόθεο. Τοῦ εἶχε προφανῶς ἐξηγήσει τό σχέδιό του. Ἔτσι, ὅταν ἡ γυναίκα, ὡς ἄφθαστη ἠθοποιός, σπαρακτικά περιέγραφε τή διακόρευσή της ἀπό τόν Ἀθανάσιο, ὁ πρεσβύτερος Τιμόθεος, δῆθεν θιγμένος καί ἔντονα ἀμυνόμενος, τῆς ζήτησε νά τόν κοιτάξει προσεκτικά καί νά βεβαιώσει σέ ὅλους τούς παραβρισκόμενους ὅτι εἶναι σίγουρη πώς ἐκεῖνος ἦταν ὁ βιαστής της. Τό ἀκροατήριο τῶν αἱρετικῶν πάγωσε, γιατί ὅπως προαναφέρθηκε ὁ πρεσβύτερος Τιμόθεος ὄχι ἁπλῶς δέν ἔμοιαζε, ἀλλά ἦταν καί ἐμφανισιακά ἐντελῶς διαφορετικός ἀπό τόν Πατριάρχη του. Δυστυχῶς γιά τούς συκοφάντες τοῦ Ἀθανασίου, ἡ γυναίκα ἔπεσε στήν παγίδα καί ὁμολόγησε μετ’ ἐπιτάσεως ὅτι, πράγματι, ὁ συνομιλητής της ἦταν ὁ μόνος αἴτιος τῆς συμφορᾶς της. Εἶναι περιττό νά ἀναφέρουμε τό σάλο πού ἐπακολούθησε. Ντροπιασμένοι οἱ διάφοροι ἐχθροί τοῦ Ἀθανασίου, ἔσπευσαν νά ἀπομακρύνουν τή γυναίκα κακήν-κακῶς, ὅπως θά λέγαμε σήμερα, ἀπό τό χῶρο ἐκεῖνο.

Παρά τό διασυρμό τους οἱ αἱρετικοί δέν τό βάζουν κάτω. Πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νά «βγεῖ ἀπό τή μέση» ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος πού γίνεται συνώνυμο τῆς ἀλήθειας στή συνείδηση τοῦ πιστοῦ λαοῦ. Νέες κατηγορίες διαμορφώνονται. Αὐτή τή φορά τόν κατηγοροῦν ὅτι ἐμπόδισε τή μεταφορά σίτου ἀπό τήν Αἴγυπτο πρός τήν πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη, πράγμα πολύ σοβαρό γιά τήν οἰκονομία ἀλλά καί τή γενικότερη καθημερινή ζωή τῆς ἐποχῆς. Ἡ ἀθωότητα τοῦ Ἀθανασίου εἶναι δεδομένη, ἀλλά αὐτή τή φορά ὁ αὐτοκράτορας, ὑπό τήν ἐπιρροή τῶν ἀρειανῶν, δέ δείχνει πρόθυμος νά ξανασχοληθεῖ μέ τά θέματα αὐτά. Χωρίς ἄλλη καθυστέρηση διατάσσεται ἡ πρώτη ἀπό τίς πέντε συνολικά ἐξορίες τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου. Ὁ λαός τῆς Ἀλεξάνδρειας μάταια διαμαρτύρεται πρός τόν Αὐτοκράτορα, καί μαζί του καί ὁ Μέγας Ἀντώνιος. Ὁ Ἄρειος βρίσκει τήν εὐκαιρία νά πάει στήν ὀρφανή πλέον Ἀλεξάνδρεια, ἀλλά εἰσπράττει τήν ἔντονη ἀντίδραση τῶν πιστῶν καί ἐγκαταλείπει τήν πόλη. Μετά ἀπό λίγο καιρό πεθαίνει.

Μιά δεκαετία περίπου ἀργότερα ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἐπιστρέφει ἀπό τόν τόπο τῆς ἐξορίας του στόν ἀγαπημένο του λαό. Μόλις φτάνει ἡ εἴδηση τῆς ἐπιστροφῆς του, αὐθόρμητα οἱ πιστοί πλημμυρίζουν τούς δρόμους καί τόν ὑποδέχονται ζητωκραυγάζοντας. Ἡ  εἰκόνα τῆς εἰσόδου του στήν πόλη θυμίζει αὐτήν τῆς εἰσόδου τοῦ Κυρίου στά Ἱεροσόλυμα, ὅπως περιγράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ  Θεολόγος. Τά παιδιά προπορεύονται καί χορεύουν ἀπό χαρά, ὅλοι στρώνουν ἱμάτια γιά νά περάσει τό γαϊδουράκι μέ τόν κατασυκοφαντημένο Πατέρα τους πού τόσο πολύ τούς εἶχε λείψει,  κραδαίνουν κλαδιά, ρίχνουν ἀρώματα καί φωνάζουν μ’ ὅλη τους τή δύναμη γιά νά τόν ὑποδεχτοῦν. Ὁλόκληρη ἡ Ἀλεξάνδρεια εἶναι στολισμένη καί φωταγωγημένη, οἱ δρόμοι, τά δημόσια κτήρια, τά σπίτια, τά πάντα συνεορτάζουν στό πανηγύρι τῆς Ὀρθοδοξίας πού ἀπολαμβάνει τήν ἀποκατάσταση τοῦ στύλου της.

Πρῶτο μέλημα, μετά τήν ἐπιστροφή του, εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς τάξης τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία λυμαίνονταν διάφοροι κατά τήν ἀπουσία του. Ὅπως καί πάλι καταθέτει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, προβαίνει στήν κάθαρσή της ἀπό τούς «θεοκαπήλους καί χριστεμπόρους». Ἐπαναλαμβάνει τό πολύπλευρο ἔργο πού εἶχε διακόψει ἡ ἐξορία του καί ἀγωνίζεται μέ νεανικό ἐνθουσιασμό στήν ὑπηρεσία τῆς ἀποστολικῆς ἀλήθειας. Οἱ ἐχθροί του τόν κυνηγοῦν καί ὁδηγεῖται σέ νέα ἐξορία. Ἡ ἱστορία αὐτή ἐπαναλαμβάνεται πέντε συνολικά φορές, ὅσες καί οἱ ἐξορίες του, πού κράτησαν συνολικά 16 χρόνια. Πρό τῆς τέταρτης ἐξορίας του, μέ ἀφορμή τήν προσχώρηση στό Χριστιανισμό ἐπισήμων γυναικῶν πρώην εἰδωλολατρῶν, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὄχι μόνο δέν ταράχθηκε ἀλλά καί παρηγοροῦσε τούς δακρυσμένους πιστούς μέ τά λόγια: «Θαρρεῖτε· νεφύδριον ἐστί καί θᾶττον παρελεύσεται». Καί πράγματι σύντομα ἀπομακρύνθηκε τό «συννεφάκι» παρά τήν αὐτοκρατορική ἐντολή νά τόν σκοτώσουν, κάτι πού τελικά δέν ἔγινε γιατί στάθηκε ἀδύνατος ὁ ἐντοπισμός του.

Μετά τήν τελευταία ἐπάνοδό του στήν Ἀλεξάνδρεια ἔζησε εἰρηνικά διακονώντας τήν Ἐκκλησία του γιά ἄλλα 6 χρόνια. Γέροντας πιά, ἔχοντας ὁ ἴδιος ὑποφέρει κατ’ ἐπανάληψη γιά χάρη τῆς ἀλήθειας, εἶχε διδάξει τούς πιστούς τῆς ἐποχῆς του, ἀλλά καί κάθε ἐποχῆς, ὅτι ἀξίζει κανείς νά διώκεται καί νά ὑφίσταται πλεῖστες ὅσες ταλαιπωρίες γιά χάρη της. Ἔφυγε ἀπό τόν κόσμο αὐτό γιά νά συναντήσει τόν Κύριό του, γιά τή διδασκαλία τοῦ ὁποίου μέ τόση προθυμία ἐργάστηκε, στίς 2 Μαΐου τοῦ 373 μ.Χ.  Ἡ μνήμη του τιμᾶται στίς 2 Μαΐου καί στίς 18 Ἰανουαρίου, μαζί μέ τή μνήμη τοῦ ἁγίου Κυρίλλου.
Ὁ ἅγιος πατριάρχης ἄφησε πίσω του τό λαμπρό παράδειγμά του, πού -κατά τή ρήση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου- ἀνέδειξε τή ζωή καί τή δράση του ὡς «ὅρον ἐπισκοπῆς… νόμον δέ ὀρθοδοξίας τά ἐκείνου δόγματα». Ὁ λαός δικαιολογημένα εἶχε ταυτίσει τήν ἴδια τήν ὀρθοδοξία μέ τή διδασκαλία τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου: Ὅ,τι δίδασκε ὁ Ἀθανάσιος, ἦταν σίγουρα ὀρθόδοξο καί ἀληθές. Ὅ,τι δέν ἀποδεχόταν, ἦταν αἱρετικό καί ἀπορριπτέο. Κανένας ἄλλος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δέν ταυτίστηκε τόσο ἄμεσα μέ τήν Ὀρθοδοξία, ὅσο ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ἄς ἐπικαλούμαστε τίς μεσιτεῖες του νά ἀναδείξει ὅλους μας ἀληθινούς προσκυνητές τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, νά συμποιμαίνει τό λαό τῆς Ἐκκλησίας κατά τούς χρόνους τῆς εἰρήνης καί νά ἐπαναφέρει στήν ἀλήθεια σέ κρίσιμες περιόδους, ὅπως εὔχεται καί ὁ βιογράφος του: «Αὐτός δέ ἄνωθεν ἡμᾶς ἐποπτεύοις ἵλεως, καί τόν λαόν τόνδε διεξάγοις τέλειον τελείας τῆς Τριάδος προσκυνητήν, τῆς ἐν Πατρί, καί Υἱῷ, καί ἁγίῳ Πνεύματι θεωρουμένης καί σεβομένης· καί ἡμᾶς, εἰ μέν εἰρηνικῶς, κατέχοις καί συμποιμαίνοις· εἰ δέ πολεμικῶς, ἐπανάγοις ἤ προσλαμβάνοις, καί στήσαις μετά σεαυτοῦ καί τῶν οἷος σύ, κἄν μέγα ᾖ τό αἰτούμενον, ἐν αὐτῷ Χριστῷ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν· ᾧ πᾶσα δόξα, τιμή, καί κράτος εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν».

ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ
Τό συγγραφικό ἔργο τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου ὑπῆρξε πλουσιότατο. Δύο πρῶτα συγγράμματά του μέ ἀπολογητικό περιεχόμενο, πού συνέγραψε ἐνῶ ἦταν μόλις 20 ἐτῶν, εἶναι οἱ πραγματεῖες: Κατά εἰδώλων καί Περί ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου. Στήν πρώτη ἀπορρίπτει τή μυθολογία καί τήν πολυθεΐα, δίνει ὅμως ἰδιαίτερη θέση στή φιλοσοφία, τήν ὁποία καί χρησιμοποιεῖ.  Στό δεύτερο ἔργο περιγράφει ὅλο τό σχέδιο τῆς σωτηρίας, ἀπό τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τό Θεό, μέχρι τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί τήν νίκη ἐναντίον τοῦ θανάτου, στήν ὁποία μετέχουμε ὅλοι οἱ πιστοί, ὡς μέλη τοῦ σώματός του.
Πολλά ἀπό τά ἔργα του γράφηκαν στήν περίοδο τῆς μάχης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἐναντίον τῶν ἀρειανῶν. Τά ἔργα αὐτά εἶναι: 1. Ἀπολογητικός κατά Ἀρειανῶν, 2. Ἀπολογία πρός τόν βασιλέα Κωνσταντῖνο, 3. Ἀπολογία περί τῆς φυγῆς αὐτοῦ, 4. Ἱστορία Ἀρειανῶν, 5. Ἐγκύκλιος τοῖς κατά τόπον συλλειτουργοῖς, 6. Πρός τόν κλῆρον καί τόν λαόν τῆς Μαρεώτιδος. 7. Πρός τόν κλῆρον τῆς Ἀλεξανδρείας, 8. Πρός τούς ἐπισκόπους Αἰγύπτου καί Λιβύης. 9. Περί τῶν γενομένων ἐν Ἀριμίνῳ τῆς Ἰταλίας καί ἐν Σελευκείᾳ τῆς Ἰσαυρίας Συνόδων. 10. Τόμος πρός τούς Ἀντιοχεῖς. 11. Πρός Ρουφινιανόν ἐπίσκοπον. 12. Πρός τούς μοναχούς. 13. Πρός τούς ἐν Ἀφρικῇ ἐπισκόπους.
Τά δογματικά ἔργα του εἶναι: 1. Τρεῖς Λόγοι κατά Ἀρειανῶν2. Περί τῆς ἐνσάρκου ἐπιφανείας τοῦ Θεοῦ κατά Ἀρειανῶν. 3. Πρός Ἰοβιανόν περί πίστεως. 4. Πρός Σεραπίωνα περί Ἁγίου Πνεύματος. 5. Πρός Ἐπίκτητον Κορίνθου. 6. Πρός Ἀδέλφιον ἐπίσκοπον καί ὁμολογητήν. 7. Πρός φιλόσοφον Μάξιμον. 8. Περί τοῦ ὅρου τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου. 9. Περί Διονυσίου Ἀλεξανδρείας. 10. Πρός παρθένους.
Τά ἑρμηνευτικά ἔργα του, ἐκ τῶν ὁποίων δυστυχῶς τά περισσότερα ἔχουν χαθεῖ καί ἀπό τά ἄλλα σώζονται ἐλάχιστα ἀποσπάσματα, εἶναι: 1. Πρός Μαρκελλῖνον εἰς τήν ἑρμηνείαν τῶν ψαλμῶν. 2. Ἑρμηνεία εἰς τούς Ψαλμούς. 3. Ἑρμηνεία εἰς τόν Ἐκκλησιαστήν καί τό ᾎσμα. 4. Ἑρμηνεία εἰς τήν Γένεσιν. 5. Ἑρμηνεία εἰς τήν Ἔξοδον. 6. Ἑρμηνεία εἰς τόν Ἰώβ. Ἐπίσης σώζονται ἀποσπάσματα ἑρμηνειῶν του σέ χωρία τῶν εὐαγγελίων τοῦ Ματθαίου καί τοῦ Λουκᾶ, καθώς καί σέ χωρία τῆς Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολῆς.
Τά ἀσκητικά του ἔργα εἶναι: 1. Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου Ἀντωνίου. 2. Λόγος περί παρθενίας. 3. Πρός τάς ἐπανελθούσας ἐξ Ἰερουσαλήμ παρθένους. 4. Διδαχαί καί κανόνες περί παρθενίας. 5. Περί παρθενίας ἤ Λόγος σωτηρίας πρός παρθένον.  6. Περί ἀγάπης καί ἐγκρατείας.  7. Περί ἀσθενείας καί ὑγείας. 8. Πρός Ἀμούν. 9. Πρός Δρακόντιον.
Ἐπίσης σώζεται πλῆθος ὁμιλιῶν, καθώς καί ἀρκετές Ἑορταστικές Ἐπιστολές, μέ σπουδαιότερη τήν 39η Ἑορταστική Ἐπιστολή.

Ἀπολυτίκιον   Ήχος γ'. θείας πίστεως.
Στύλος γέγονας Ορθοδοξίας, θείοις δόγμασιν υποστηρίζων την Εκκλησίαν, ίεράρχα Αθανάσιε, τω γαρ Πατρί τον Υιών ομοιούσιον, ανακηρύξας κατήσχυνας Άρειον. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος. 

 
ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ

Ό Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο Συναξαριστή του αναφέρει ότι ο "Αγιος Κύριλλος έζησε επί βασιλείας Θεοδοσίου του Μικρού και γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 370 μ.Χ. Ανεψιός του αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου ο Κύριλλος, έλαβε μεγάλη θεολογική μόρφωση, ώστε έγινε κατόπιν διάδοχος του θείου του, στον αρχιεπισκοπικό θρόνο Αλεξανδρείας. "Οταν έγινε ή Γ' Οικουμενική Σύνοδος το 431 μ.Χ. στήν'Έφεσο, ο Κύριλλος υπήρξε πρόεδρος αυτής και συνετέλεσε να γκρεμιστούν οϊ κακοδοξίες του δυσεβοϋς Νεστορίου, για το πρόσωπο της ύπεραγιάς Δεσποίνης ημών Θεοτόκου. Με πολλά πνευματικά κατορθώματα στο ενεργητικό του, ο Κύριλλος παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Κύριο την 27η Ιουνίου του 444 μ.Χ., αφού πατριάρχευσε για 32 περίπου χρόνια. Εκείνο, όμως, πού χαρακτήριζε ιδιαίτερα τη ζωή του Αγίου Κυρίλλου, ήταν ή αρετή του, πού μας θυμίζει τους λόγους του σοφοϋ Παροιμια-στή, ότι ή "δικαιοσύνη άμωμους όρθοτομεϊοδούς . Ή αρετή, δηλαδή, χαράσσει άψογο και ευθύ το δρόμο των ανθρώπων. Και έπειτα, "όπεποιθώς τη εαυτού όσιότητι δίκαιος"1, πού σημαίνει, εκείνος πού στηρίζεται στην αρετή και την αγνότητα της καρδιάς, θα είναι δίκαιος και ευλογημένος μπροστά στο Θεό. Ή μνήμη του γιορτάζεται και την 9η Ιουνίου.

1. Παροιμίες Σολομώντος, ια' 5, ιδ' 32.



Απολυτίκιο. Ήχος γ'. Θείας πίστεως.

'Έρνοις λάμψαντες, Ορθοδοξίας, πασαν σβέσαντες, κακοδοξίαν, νικηταί τροπαιοφόροι γεγόνατε' τη ευσέβεια τα πάντα πλουτήσαντες, την Έκκληοίαν μενάλως κοσμήσαντες, άξίως εϋρατε, Χριστόν τόν θεόν ημών, δωρούμενον πάση το μέγα έλεος.


Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2014

17 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ : ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ - ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΤΟΥ ΕΞ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

 
 ΕΙΔΟΝ ΕΓΩ ΤΑΣ ΠΑΓΙΔΑΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ HΠΛΩΜΕΝΑΣ ΕΠΙ ΠΑΣΑΝ ΤΗΝ ΓΗΝ ΚΑΙ ΗΡΩΤΗΘΗΝ : ΑΡΑ ΤΙΣ ΔΥΝΑΤΑΙ ΕΚΦΥΓΕΙΝ ΤΑΥΤΑΣ; ΚΑΙ ΗΚΟΥΣΑ ΦΩΝΗΝ ΛΕΓΟΥΣΑΝ ΜΟΙ : Ο ΤΑΠΕΙΝΟΣ

Γύρω στα 251 μ.Χ. γεννήθηκε στην Αίγυπτο ένας πολύ μεγάλος Άγιος της Χριστιανοσύνης, ο Μέγας Αντώνιος. Ιδιαίτερη πατρίδα του ήτανε ένα μικρό χωριό, που ονομαζόταν Κόμα και βρισκότανε ανατολικά της όχθης του ποταμού Νείλου.
Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και ευσεβείς χριστιανοί. Μπορούσαν να δώσουν μεγάλη μόρφωση στο μικρό τους Αντώνιο και να τον αναδείξουν μεγάλο επιστήμονα της εποχής τους. Τους φόβιζε πολύ, όμως, η συναναστροφή στο σχολείο με τα παιδιά των ειδωλολατρών, σε μια εποχή, κατά την οποία η ειδωλολατρία ήταν επίσημη θρησκεία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό το λόγο δεν τον στείλανε στο σχολείο, φρόντισαν, όμως, πολύ για την χριστιανική ανατροφή του. Τον μεγάλωσαν με τις αρχές του Ευαγγελίου και τον έμαθαν να αγαπάει την εκκλησία και να πηγαίνει σ’ όλες τις ακολουθείς που γίνονταν στο ναό.
Ο Μέγας Αντώνιος σε ηλικία δεκαοκτώ ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και μητέρα. Του απόμεινε η μικρή αδελφή του. Μέσα στη βαριά του λύπη από το χαμό των γονιών του ακούει μια Κυριακή στην Εκκλησία την Ευαγγελική περικοπή, στην οποία συζητάει ο Χριστός μ’ έναν πλούσιο νεαρό. Ο Χριστός, αφού ακούει το νεαρό πλούσιο να του λέγει ότι έχει ζήσει σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, του υπογραμμίζει:
«Αν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε την περιουσία σου όλη, δώσε την στους φτωχούς και έλα να με ακολουθήσεις. Έτσι θ’ αποκτήσει θησαυρό στον ουρανό». (Ματθ. 19,21).
Τα λόγια αυτά του Ευαγγελίου κάνουν βαθιά εντύπωση στη ψυχή του Αντώνιου. Νομίζει ότι η φωνή του Κυρίου τον καλεί κι αυτόν, όπως εκείνον το νέο, να Τον ακούσει και να Τον ακολουθήσει. Υπακούει αμέσως και χωρίς αναβολή. Πουλάει όλα του τα κτήματα που ήτανε πολλά, γύρω στα τρακόσια. Από την πώληση τους παίρνει πολλά χρήματα. Το χρυσάφι όμως δεν του τράβηξε την καρδιά. Το έδωσε στην εκκλησία, το μοίρασε στους φτωχούς και στους δυστυχισμένους.
Ύστερα εμπιστεύθηκε την αδελφή του σ’ ένα Κοινόβιο Παρθένων. Εκεί ζούνε ενάρετες γυναίκες που έκαμναν έργα αγάπης.

Ο Μέγας Αντώνιος γίνεται ερημίτης
Ο ίδιος φεύγει, όχι πολύ μακριά από το σπίτι του, σ’ ένα ερημητήριο των περιχώρων κι αρχίζει την ασκητική ζωή. Εκεί συναντάει κι άλλους αναχωρητές. Τους πλησιάζει για να πάρει κάτι καλό απ’ όλους. Στον ένα θαυμάζει την αγρυπνία και την προσευχή, στον άλλο τη νηστεία και την κακοπάθεια για την αγάπη του Χριστού.
Γεμάτος ο Αντώνιος ταπεινοφροσύνη και ευσέβεια, προχωρεί σταθερά στα δύσκολα σκαλοπάτια της ασκητικής ζωής. Αποφασίζει, για ν’ ανεβάσει ακόμα πιο ψηλά τον αγώνα και την άθληση του τη χριστιανική, να καταφύγει σ’ ένα παλαιό τάφο και ν’ απομονωθεί. Εκεί του φέρνει τη λίγη τροφή του από καιρού εις καιρόν κάποιος ευσεβής χριστιανός. Ο τάφος αυτός ήταν ευρύχωρος σαν δωμάτιο. Λαξευμένος σε βράχο.
Σε ηλικία τριανταπέντε ετών, επειδή , λόγω της μεγάλης τους αγιοσύνης, ερχόταν πολύς κόσμος κοντά του, αποφασίζει να φύγει από το ασκητήριο του και να ασκητεύσει στη δεξιά όχθη του Νείλου, προς τα βουνά της Αραβίας.
Φθάνει, λοιπόν, ο μεγάλος ασκητής βαθιά στην έρημο. Εκεί κοντά στο βουνό σε κάτι παλιά ερείπια σταματάει. Κοντά του βρίσκεται μια δροσερή πηγή. Είναι στη Λιβυκή έρημο Πισπίρι. Κατασκηνώνει στα παλιά ερείπια ενός φρουρίου της ερήμου, χωρίς να τον φοβίζουν τ’ άγρια ζώα και τα ερπετά, που βρίσκονται εκεί μέσα. Εκείνα με θείο θέλημα ένα- ένα αφήνουν το φρούριο και φεύγουν.
Εδώ αρχίζει ο Μ. Αντώνιος να ζει σε μια πιο αυστηρή άσκηση. Απομονωμένος  από τον κόσμο εντελώς μυείται στα μυστήρια της πνευματικής ζωής και της Θείας Δημιουργίας. Είκοσι ολόκληρα χρόνια προσεύχεται, νηστεύει, ξαγρυπνάει και αντιστέκεται στους πειρασμούς του διαβόλου.

Ανάμεσα στα λιοντάρια

Ήτανε αλήθεια μεγάλος άθλος το να μπορεί κανείς να ζει μέσα σε μια τόσο φοβερή ερημιά, ανάμεσα σε άγρια ζώα, όπως ζούσε ο Μέγας Αντώνιος. Μια νύκτα, που αγρυπνούσε στην προσευχή, ο διάβολος μάζεψε όλα τα λιοντάρια της ερήμου και με αυτά τον περικύκλωσε στο καλύβι του.
   Τα λιοντάρια αρχίσανε να μουγκρίζουν. Έτριζαν τα δόντια τους απειλητικά. Μόλις είδε ο Άγιος την πληθώρα των θηρίων, για μια στιγμή τα έχασε. Έπειτα, όμως, κατάλαβε ότι ήταν τέχνη του διαβόλου.
Βγήκε, λοιπόν, με θάρρος  από το καλύβι του και μέσα στη νύκτα φώναξε δυνατά στα θηρία:
«Εάν επήρετε από το Θεό εξουσία εναντίον μου τότε κατασπαράξτε με. Εάν όμως σας έφερε εδώ με τι βία ο σατανάς, πάρτε δρόμο, φύγετε, είμαι δούλος του Χριστού !!!».
Τότε τα λιοντάρια βουβά σκορπίσανε με ορμή σαν να τα κτύπησε ξαφνική καταιγίδα. Κι ο Άγιος Αντώνιος συνέχισε την προσευχή του με τη μεγάλη φλόγα της αγάπης του Χριστού.

Του γράφουν άρχοντες κι αυτοκράτορες

Η φήμη του Αγίου ξεπέρασε τα στενά σύνορα των ερήμων της Αιγύπτου. Το όνομα του έγινε γνωστό σε Ανατολή και Δύση. Όλοι τρέφανε σεβασμό, θαυμασμό και αγάπη στο πρόσωπο του. Οι μεγάλοι της γης άρχοντες και αξιωματούχοι του έγραφαν γράμματα και του ζητούσανε βοήθεια. Γράμματα έπαιρνε κι από τον Μ. Κωνσταντίνο, καθώς και από τους γιους του, τον Κώνστα και τον Κωνστάντιο.
Οι μαθητές του τον θαυμάζανε καθώς βλέπανε να φθάνουν στο ερημητήριο του αυτοκρατορικές επιστολές γραμμένες μάλιστα με τόσο σεβασμό προς το Γέροντα τους.
Ο Άγιος έδινε λύσεις σε σοβαρά προβλήματα πολλών μεγάλων ανδρών, όταν του ζητούσαν τη συμβουλή του. Και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που του έγραφαν.Τις απαντήσεις βέβαια δεν τις έγραφε μόνος του, γιατί δεν ήξερε, όπως είπαμε γράμματα. Έλεγε όμως σε κάποιο άλλο ασκητή, που ήξερε να γράφει, λέξη προς λέξη την απάντηση ή τη συμβουλή κι εκείνος την έγραφε.

Οι μαθητές του

Η καλοσύνη του Μ. Αντωνίου, η ανεξικακία του, η ταπεινοφροσύνη του, η βαθιά πίστη του, το μεγαλείο της σκληρής ασκητικής του ζωή τον κάνανε φωτεινό σύμβολο του Μοναχισμού. Πατριάρχη της ερήμου.
Ακτινοβόλησε στις μέρες του η ασκητική ζωή. Μέγα πλήθος ήταν οι μαθητές του. Ο αριθμός του υπολογίζεται σε είκοσι χιλιάδες περίπου.

Η κοίμηση του Μεγάλου Αντωνίου

Τώρα ο Άγιος είναι πια πολύ γέροντας. Είναι 105 χρόνων. Όταν ήρθε ο χρόνος να αποχωρισθεί η ψυχή το σώμα του το προαισθάνθηκε. Και τις τελευταίες αυτές μέρες της ζωής του θέλησε να τις εκμεταλλευθεί για το καλό των μαθητών του.
Παρά τα βαθιά γεράματα του επισκέφθηκε πολλά μοναστήρια κι έδωσε τις τελευταίες του οδηγίες. Οι μοναχοί του έλεγαν να μη γυρίσει πίσω στην έρημο, στο ησυχαστήριο του, αλλά να μείνει κοντά τους.
Ο Άγιος όμως επέστρεψε στην έρημο. Εζήτησε μάλιστα το σώμα του να ταφεί εκεί κοντά στην έρημο, σε σημείο που να μην το ξέρει κανένας. Δεν ήθελε μεταθανάτιες τιμές.
Λίγο προτού κλείσει τα μάτια του είπε στους μοναχούς που βρίσκονταν κοντά του, ότι αφήνει τη μηλωτή, το μανδύα του, στο Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος του τον είχε χαρίσει κάποτε καινούργιο. Κατόπιν ο Μ. Αθανάσιος τον φορούσε πάντοτε σαν φυλαχτό. Τους προβάτινους χιτώνες του ο Μ. Αντώνιος τους άφησε στο μοναχό Σεραπίωνα.
Έπειτα αφού κοίταξε τους παρευρισκόμενους μοναχούς είπε: «Ο Αντώνιος σας αποχαιρετά και φεύγει». Και με τα λόγια αυτά παράδωσε την αγία ψυχή του στο Θεό. Τον έθαψαν σύμφωνα με την επιθυμία του σε άγνωστο μέρος. Ο τάφος του έμεινε πράγματι άγνωστος.

Ο Άγιος κοιμήθηκε στις 17 Ιανουαρίου το 356 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον  Ἦχος δ’.
Τόν ζηλωτήν Ἠλίαν τοῖς τρόποις μιμούμενος, τῷ Βαπτιστῇ εὐθείαις ταῖς τρίβοις ἑπόμενος, Πάτερ Ἀντώνιε, τῆς ἐρήμου γέγονας οἰκιστής, καί τήν οἰκουμένην ἐστήριξας εὐχαῖς σου· διό πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.


ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΝΕΟΣ Ο ΕΞ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Ο Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε το 1808 μ.Χ. στο χωριό Τζούρχλι (ή Τζούραλη) της επαρχίας Γρεβενών (σήμερα φέρει την ονομασία Άγιος Γεώργιος), από γονείς φτωχούς γεωργούς, τον Κωνσταντίνο και τη Βασίλω. Ο Γεώργιος, επειδή οι γονείς του ήταν φτωχοί, παρέμεινε αγράμματος. Ορφάνεψε σε παιδική ηλικία και πήγε στα Ιωάννινα, όπου έγινε Ιπποκόμος του Χατζή Αβδουλά, αξιωματικού του Ιμίν πασά, στον οποίο και παρέμεινε για οκτώ χρόνια.

Κατά τον Οκτώβριο του 1836 μ.Χ. συκοφαντήθηκε από εχθρούς του Τούρκους, ότι δήθεν, προηγουμένως εξισλαμίστηκε και κατόπιν επανήλθε στη χριστιανική θρησκεία. Μπροστά στον κριτή ο Γεώργιος απολογήθηκε με θάρρος και απέδειξε ότι ποτέ δεν έγινε αρνησίθρησκος. Έτσι, αφού βρέθηκε και απερίτμητος τον άφησαν ελεύθερο.

Αργότερα πήρε σύζυγο ονόματι Ελένη και στις 30 Δεκεμβρίου του 1837 μ.Χ. γεννήθηκε το παιδί τους, που 8 μέρες μετά, στις 7 Ιανουαρίου, εορτή του Προδρόμου, βαπτίστηκε και, λόγω της ημέρας, έλαβε το όνομα Ιωάννης.

Στην συνέχεια, ο Γεώργιος, προσλήφθηκε Ιπποκόμος του μουσελίμη Φιλιατών και πήγε στην πόλη αυτή. Κατόπιν με άδεια του αφέντη του, ήλθε στα Ιωάννινα για δικές του υποθέσεις, όπου την 12η Ιανουαρίου 1838 μ.Χ., ημέρα Τετάρτη, κάποιος Οθωμανός τον συκοφάντησε ότι δήθεν ήταν προηγουμένως Τούρκος και ξανάγινε χριστιανός. Έτσι συνελήφθη, φυλακίστηκε και με τη βία οι Τούρκοι προσπαθούσαν να τον αλλαξοπιστήσουν. Ο Γεώργιος όμως, παρέμεινε αμετάπειστος, ομολογώντας τον Χριστό. Μάταια λαός και κλήρος προσπαθούσαν να τον πείσουν να δραπετεύσει από τη φυλακή. Αυτός επέμενε να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Τρεις φορές που οδηγήθηκε στον κριτή, συνεχώς ομολογούσε την πίστη του.

Έτσι τη Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 1838 μ.Χ., ο Γεώργιος απαγχονίστηκε στην αγορά. Τρεις ημέρες έμεινε κρεμασμένος στην αγχόνη και στο διάστημα αυτό κάθε βράδυ ένα ουράνιο φως έλαμπε στο κεφάλι του. Από την ώρα δε εκείνη ένας καταιγισμός θαυμάτων πλημμύρισε την πόλη. Πλήθος παραλύτων και πασχόντων από ποικίλες ασθένειες προστρέχοντας στον άγιο λάμβαναν τη θεραπεία τους. Ακόμη και «μια Τούρκα (Τουρκάλα) άρπαξε την κάλτσα από το πόδι του αγίου και έτρεξεν εις μίαν άρρωστη Τούρκα, ήτις εθεραπεύθη αμέσως». Γι’ αυτό και στις εικόνες ο άγιος εικονίζεται κρεμασμένος και φορώντας κάλτσα μόνο στο ένα πόδι, η πρώτη μάλιστα εικόνα του φιλοτεχνήθηκε 13 μόλις ημέρες μετά το μαρτύριό του. Έπειτα, το λείψανο του, δωρήθηκε από τον Μουσταφά πασά στον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Ιωακείμ και τάφηκε με τιμές δίπλα στο ιερό Βήμα του Μητροπολιτικού ναού του Αγίου Αθανασίου.

Την 26η Οκτωβρίου 1971 μ.Χ. έγινε η ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του Αγίου, στο ναό που έφερε το όνομα του και κτίστηκε στον τόπο που πριν ήταν το σπίτι του. Ο Άγιος τιμάται και στην Κέρκυρα στην «Παναγία των ξένων», όπου εικονίζεται ως νεαρός φουστανελοφόρος.

Ἀπολυτίκιον   Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν πανεύφημον Μάρτυν Χριστοῦ Γεώργιον, Ἰωαννίνων τὸ κλέος καὶ πολιοῦχον λαμπρόν, ἐν ᾠδαῖς πνευματικαῖς ἀνευφημήσωμεν· ὅτι ἐνήθλησε στερρῶς, καὶ κατήνεγκεν ἐχθρόν, τοῦ Πνεύματος τῇ δυνάμει· καὶ νῦν ἀπαύστως πρεσβεύει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2014

ΟΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ : ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ (21)


21. Ἡ ἕκτη Ἐπιστολή πρός τόν Ἐπίσκοπον τῆς Φιλαδελφείας. Προοίμιον. Περί Ἱεραποστολῆς.   3, 7 – 8  ( 12/04/81)
 
ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ
7 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Φιλαδελφείᾳ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ ἅγιος, ὁ ἀληθινός, ὁ ἔχων τὴν κλεῖν τοῦ Δαυΐδ, ὁ ἀνοίγων καὶ οὐδεὶς κλείσει, καὶ κλείων καὶ οὐδεὶς ἀνοίξει· 8 οἶδά σου τὰ ἔργα· - ἰδοὺ δέδωκα ἐνώπιόν σου θύραν ἀνεῳγμένην, ἣν οὐδεὶς δύναται κλεῖσαι αὐτήν· - ὅτι μικρὰν ἔχεις δύναμιν, καὶ ἐτήρησάς μου τὸν λόγον καὶ οὐκ ἠρνήσω τὸ ὄνομά μου. 


Πηγή : arnion.gr


Απομαγνητοφωνημένη ομιλία : ΕΔΩ 

Πηγή :
 

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ : ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ - ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ - ΟΜΙΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ

ΑΓΙΑ ΤΑΤΙΑΝΗ
 
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Δ´ 7 - 13
7 Ἑνὶ δὲ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. 8 διὸ λέγει· ἀναβὰς εἰς ὕψος ᾐχμαλώτευσεν αἰχμαλωσίαν καὶ ἔδωκε δόματα τοῖς ἀνθρώποις. 9 τὸ δὲ ἀνέβη τί ἐστιν εἰ μὴ ὅτι καὶ κατέβη πρῶτον εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς; 10 ὁ καταβὰς αὐτός ἐστι καὶ ὁ ἀναβὰς ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν, ἵνα πληρώσῃ τὰ πάντα. 11 καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, 12 πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, 13 μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ, 



ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
7 Εις τον καθένα δε από ημάς εδόθη η χάρις, τα χαρίσματα και αι δωρεαί, σύμφωνα με το μέτρον, με το οποίον δικαίως και σαφώς μοιράζει ο Χριστός τας δωρεάς του. (Ας μη υπάρχουν, λοιπόν, ζηλοφθονίαι μεταξύ σας, διότι τα χαρίσματα είναι δώρα του Θεού, δια την εξυπηρέτησιν όλων). 8 Ακριβώς, διότι ο Χριστός ο ίδιος διανέμει τα χαρίσματα, (στον ψαλμ.67,στιχ.19,τον οποίον ελευθέρως αποδίδει ο Παύλος) λέγει η Γραφή. “Οταν ανέβη δια της αναλήψεως του υψηλά στους ουρανούς επήρε αιχμαλώτους του και ηλευθέρωσεν εκείνους, τους οποίους εκρατούσε δούλους του ο διάβολος και έδωκε δώρα και χαρίσματα στους ανθρώπους”. 9 Αυτό δε που λέγει η Γραφή, ότι ανέβη, τι άλλο συμαίνει, παρά ότι προηγουμένως είχε κατεβή ο σταυρωθείς Κυριος εις τα κατώτερα μέρη της γης, δηλαδή κάτω στον Αδην; 10 Ο Χριστός, ο οποίος κατέβη μέχρι και του Αδου, αυτός είναι που ανέβη επάνω επό όλους τους ουρανούς, δια να γεμίση έτσι με την παρουσίαν του και τα χαρίσματά του τα πάντα. 11 Αυτός, λοιπόν, εμοίρασε τας δωρεάς του και έτσι ανέδειξε και έδωκεν εις την Εκκλησίαν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, που θα αναλύουν τα λόγια του Θεού και θα προλέγουν τα μέλλοντα, άλλους δε κήρυκας του Ευαγγελίου, άλλους ποιμένας και διδασκάλους, οι οποίοι θα καθοδηγούν ένα έκαστον και όλους μαζή τους Χριστιανούς. 12 Και όλα αυτά προς τον σκοπόν να οικοδομούνται και να προοδεύουν εις την κατά Χριστόν ζωήν οι πιστοί, να εκτελήται άρτια και αρμονικά το έργον της διακονίας, ώστε να οικοδομείται συνεχώς η Εκκλησία, η οποία είναι σώμα Χριστού, 13 μέχρις ότου καταλήξωμεν όλοι εις μίαν και την αυτήν πίστιν, χωρίς διαφοράς και αντιθέσεις, εις την βαθείαν γνώσιν του Υιού του Θεού, εις τέλειον άνδρα, από απόψεως πνευματικής σοφίας και αρετής, στο μέτρον της πνευματικής ηλικίας και της πλήρους ηθικής τελειότητος, δια να ολοκληρωθώμεν και αποτελέσωμεν έτσι το σώμα του Χριστού. 


ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Δ´ 12 - 17
12 Ἀκούσας δὲ ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν. 13 καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ· 14 ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ἠσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· 15 Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης, πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, 16 ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει φῶς εἶδεν μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς. 17 Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· Μετανοεῖτε· ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Ι. ΚΟΛΙΤΣΑΡΑ
12 Οταν δε ο Ιησούς ήκουσεν ότι ο Ιωάννης συνελήφθη κατά διαταγήν του Ηρώδου Αντίπα και ερρίφθη στην φυλακήν, ανεχώρησεν από την Ιουδαίαν δια την Γαλιλαίαν. 13 Και αφού εγκατέλειψε την Ναζαρέτ, ήλθεν και εγκατεστάθη εις την Καπερναούμ, η οποία ήτο κτισμένη εις την παραλίαν της Γεννησαρέτ, εις τα όρια των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ. 14 Και εξεπληρώθη έτσι αυτό, που είχε προείπει ο προφήτης Ησαΐας λέγων· 15 “Η περιοχή της φυλής Ζαβουλών και η περιοχή της φυλής Νεφθαλείμ, που εκτείνεται πλησίον της θαλάσσης της Γεννησαρέτ και προς ανατολάς του Ιορδάνου, η Γαλιλαία η γεμάτη από εθνικούς, 16 ο λαός που κάθεται στο σκοτάδι της θρησκευτικής αγνοίας και πλάνης, είδε πνευματικόν φως μέγα, τον Χριστόν, και εις αυτούς που κάθονται δούλοι ψυχικώς εις την χώραν, που την σκαπάζει καταθλιπτικόν το πυκνότατον σκοτάδι της αμαρτίας και του θανάτου, ανέτειλε και έλαμψε φως από τον ουρανόν”. 17 Από τότε πλέον ήρχισεν ο Ιησούς να κηρύττη δημοσία και να λέγη· “μετανοείτε, διότι έχει πλησιάσει πλέον η βασιλεία των ουρανών, η πνευματική και αγία ζωή της λυτρώσεως και της μακαριότητος”. 

ΠΗΓΗ : ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

ΟΜΙΛΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ





Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. (09-01-83)